Οι στρατιωτικές δυνάμεις της Βενετικής Δημοκρατίας κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα συρρικνώθηκαν σταδιακά, προ πάντων εξαιτίας των οικονομικών αδυναμιών που βρίσκονταν η Δημοκρατία, αλλά και για την ανεπαρκή εκτίμηση και ενδιαφέρον που έτρεφε για αυτές η πολιτική τάξη.

Προηγουμένως, οι δύο κύριες στρατιωτικές επεμβάσεις στις οποίες είχε εμπλακεί η Δημοκρατία της Βενετίας ,ήταν οι πόλεμοι που είχαν διεξαχθεί στην Ιταλία, και ειδικά ο πόλεμος με την Μάντοβα και ο πόλεμος του Castro, κατά τη διάρκεια των οποίων είχε ενωθεί με το Αρχιδουκάτο της Τοσκάνης και το Δουκάτο της Μόντενας ενάντια στον Πάπα (1641-1644).

Σε εκείνη την περίοδο, η Δημοκρατία είχε συγκεντρώσει τις στρατιωτικές δυνάμεις της προκειμένου να υπερασπίσει τις αδριατικές κτήσεις της ,αντιμετωπίζοντας τρεις σκληρότατους πόλεμους ενάντια στην οθωμανική δύναμη:

1. Πόλεμος της Κρήτης (1645-1669)

2. Κατάκτηση του Μορέα (1645-1699)

3. Απώλεια του Μορέα (1714-1718)

καθώς και δύο ναυτικές εκστρατείες ενάντια στους Κροάτες Uskoci (1613) και στους βαρβαρινούς πειρατές (1784-1786).

Στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, οι βενετικές δυνάμεις αριθμούσαν περίπου 10.000 – 15.000 άντρες, στούς οποίους προσθέθηκαν 24.000 πολιτοφύλακες απο τις επαρχίες της Βενετίας, της Ίστρια και της Δαλματίας. Με την έκρηξη του πολέμου ,ο οποίος με την συνθήκη του Passarowitz θα προκαλούσε την απώλεια, για τη Βενετία, όλων των κατακτήσεων του Morosini, η Γαληνιότατη, όπως είχε συνήθεια, χρησιμοποίησε ξένους μισθοφόρους. Εκτός από τους Γερμανούς, είχε αποτανθεί σε Ελβετούς ειδικούς, απασχολόντας τα τρία συντάγματα των συνταγματαρχών Salis, Muller και Stockar (1716 περίπου).

Οι στολές αυτών των τριών συνταγμάτων είχαν περίπου τα ίδια χρώματα, μόνο στις λεπτομέρειες υπήρχαν διαφορές.

Οι γρεναδιέροι των τριών συνταγμάτων, αντί του τρίκωχου φορούσαν μεγάλες τραγιάσκες. Διαφορές υπήρχαν επίσης και στα διακριτικά των βαθμών. Μια πρώτη διαφορά υπήρχε στα γαλόνια, τα οποία ήταν κόκκινα για το στράτευμα, σε ύφασμα ημι-δαντελένιο για τους υπαξιωματικούς και δαντελένια για τους αξιωματικούς. Οι ανώτεροι αξιωματικοί επίσης, είχαν γύρω-γύρω από το καπέλο τους ένα ασημένιο σκαλισμένο γαλόνι Το καπέλο ήταν διακοσμημένο με μαύρο φτερό. Οι κατώτεροι αξιωματικοί δεν έφεραν φτερό και το ασημένιο γαλόνι ήταν ίσιο και πλατύ δύο ίντσες, ενώ στους υπαξιωματικούς το πλάτος ήταν το μισό. Οι απλοί στρατιώτες έφεραν μπρούτζινο επιχρυσωμένο γαλόνι. Οι ανώτεροι αξιωματικοί διακρίνονταν επιπλέον, γιατί έφεραν κρεμασμένο στο λαιμό ατσάλινο περιλαίμιο, και μαντήλι μπλέ και χρυσό, τα παραδοσιακά χρώματα του Αγ.Μάρκου.

Άλλο στοιχείο διάκρισης υπήρχε στον οπλισμό: Οι ανώτεροι αξιωματικοί και οι capitani ήταν οπλισμένοι με ξίφος και λόγχη, οι κατώτεροι αξιωματικοί με πυροβόλο όπλο και ξίφος με στολισμένη ασημένια χειρολάβή, οι υπαξιωματικοί με αλαβάρδα (δόρυ με πελέκι) και ξίφος, και αυτοί επίσης με στολισμένη χειρολαβή απο άσπρο μέταλλο. Οι στρατιώτες, τέλος,ήταν οπλισμένοι με πυροβόλο όπλο και ξιφολόγχη, καθώς επίσης και με σπαθί.

Αντίθετα, οι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί των λόχων γραναδιέρων ήταν οπλισμένοι με πυροβόλο όπλο και σπαθί (sciabola) και ήταν επιπλέον εξοπλισμένοι με μία δερμάτινη κοκκινωπή παλάσκα ,δεμένη πάνω σε μία δερμάτινη κίτρινη ζώνη.

Συνοπτικά οι δυνάμεις της Δημοκρατίας της Βενετίας κατά τον 18ο αιώνα ήταν οι εξής:

Μόνιμα στρατεύματα:

Πεζικό Ιππικό Πυροβολικό Σύνολο
16.586 2.234 18820

 

Πυροβολητές και πολιτοφυλακή:

 

Πυροβολητές Ιππείς Πεζικάριοι Σύνολο
3.000 60.000 63.000

Τα ελβετικά συντάγματα, το 1719, μετά την συνθήκη του Passarowitz, πέρασαν στην υπηρεσία της Ισπανίας. Υστερα απο μια τέτοια συνθήκη η Βενετία αποτραβήκτηκε, ακολουθόντας μια πολιτική συμπεριφορά αυστηρής ουδετερότητας, που στο τέλος αποδείκτηκε μοιραία γι’αυτήν.
Φυσικά ο και στρατός επηρεάστηκε απο τις συνέπειες αυτής της πολιτικής. Τυπικά, η στρατιωτική οργάνωση που είχε θεσπίσει ο Μοροζίνι δεν άλλαξε. Ο στρατός της Δημοκρατίας αποτελούνταν από:

  • Εθνικό πεζικό
  • Πεζικό των κτήσεων ( oltremarina) – Schiavoni ( οι περίφημοι Σκλαβούνοι)
  • Ιππικό
  • Πολιτοφυλακή της Ιταλίας
  • Πολιτοφυλακή των κτήσεων
  • Arsenalotti ( συντεχνίες μαστόρων-στρατιωτών που εργάζονταν στα βενετικά ναυπηγεία)
  • Fraglia ή Confraternita dei Bombardieri (θρησκευτική αδελφότητα πυροβολητών )

Αυτό όμως που πραγματικά άλλαξε ήταν η δύναμη αυτών των μονάδων και, προ πάντων, η αποδοτικότητά τους. Ο στρατός, μιμούμενος την Δημοκρατία, σταμάτησε να εξελίσεται ουσιαστικά ήδη απο το 1719. Αρκεί να αναφέρουμε ότι τα διατάγματα του στρατάρχη Matthias Schulembourgh, που ανάγονται στο 1724, διατηρήθηκαν αμετάβλητα μέχρι την πτώση της Γαληνοτάτης. Αυτά τα διατάγματα, με τίτλο “Esercizio militare e regola militare della fanteria della Serenissima Repubblica di Venezia αποτελούν πολύτιμη πηγή για τις τακτικές, τον οπλισμό και τον εξοπλισμό του στρατού της Δημοκρατίας.

Για παράδειγμα, στις 24 Φεβρουαρίου 1724, με διάταγμα της Συγκλήτου, καθορίζονταν επίσημο χρώμα το κόκκινο ματζέντα για τον ιματισμό των oltremarini, των πιο πιστών στρατιώτων του Αγίου Μάρκου.

Αυτοί, οι οποίοι εξόπλιζαν έντεκα συντάγματα πεζικού, με οκτώ λόχους το καθένα , ήταν στρατολογημένοι κάτοικοι της Δαλματίας και της Αλβανίας, που βρίσκονταν υπό βενετική κατοχή, και ήταν υπό τις διαταγές ντόπιων αξιωματικών. Η επίσημη γλώσσα αυτών των μονάδων ήταν τα ιλλυρικά και αρχικά είχαν συσταθεί για να εξυπηρετούν τους βενετούς στρατιώτες και ναύτες.

Η στολή τους ήταν παρόμοια με την εθνική τους ενδυμασία: κόκκινο -ματζέντα σακάκι με διακοσμητικές αγκράφες, γιλέκο (πάντα με διακοσμητικές αγκράφες) παντελόνι πολύ εφαρμοστό ,πέτσινα παπούτσια, τραγιάσκα και χρωματιστή ζώνη γύρω από την μέση από την οποία κρέμονταν η schiavona, ένα σπαθί με λαβί σχήματος καλαθιού, παρόμοιων των σκωτζέζικων. Οι ανώτεροι αξιωματικοί ξεχώριζαν από το υπόλοιπο στράτευμα για το μεγαλύτερο πλούτο της διακόσμησης και την παρουσία της ράβδου, σύμβολο του βαθμού και ηγεσίας, τη οποία έφεραν πάντα μαζί τους.

Μαζί με τους Schiavoni, η Βενετία είχε άλλα δεκαοχτώ συντάγματα με προσωπικό που είχε στρατολογηθεί από υπηκόους της ηπειρωτικής χώρας καθώς και Ιταλών άλλων περιοχών, και αποτελούσαν θεμελιώδη πολιτοφυλακή της Δημοκρατίας της Βενετίας.

Το 1770 συστήθηκε το Βενετικό Σύνταγμα Πυροβολικού, πρώτη τακτική μονάδα αυτού του Όπλου για να πλαισιώσει και να αντικαταστήσει τελικά την αδελφότητα των πυροβολητών (Confraternita dei Bombardieri ) που μέχρι τότε είχε καλύψει τις ανάγκες της Γαληνοτάτης σε αυτό τον τομέα.

Το 1788, προκειμένου να διαχωριστούν μεταξύ τους τα συντάγματα (και για να γίνει αυτό εφικτό με το λιγότερο ακριβό τρόπο), αποφασίστηκε να χαρακτεί το σύμβολο του αριθμού των συνταγμάτων στα ορειχάλκινα κουμπιά, ούτως ώστε από κεί και πέρα, κάθε σύνταγμα να ξεχωρίζει, εκτός από το όνομα του συνταγματάρχη του, και απο τον αριθμό του. Εξαίρεση αποτελεί το πρώτο σύνταγμα που ονομάστηκε Veneto Real καθώς επίσης και τα τελευταία τέσσερα τα οποία έπαιρναν το όνομα ανάλογων πόλεων, Rovigo, Treviso, Padova και Verona, τόπο προέλευσης των στρατολογημένων.

 

* * *