Άργησε πολύ να έλθει το ατμόπλοιο στην Ελληνική εμπορική ναυτιλία. Το 1823, οκτώ χρόνια αφού πέθανε ο Φούλτων που ανακάλυψε τη χρησιμότητα του ατμού, η Αμερική είχε 300 ατμοκίνητα πλοία. Οι άλλες ναυτικές χώρες (Αγγλία, Ιταλικά Κράτη, Αυστρία), είχαν ήδη επίσης αρκετά ατμόπλοια.
Το πρώτο ατμόπλοιο που κατάφερε ν’ αποκτήσει η Ελλάδα ήταν η πολεμική κορβέτα του φιλέλληνα Άστιγος «Καρτερία» με εκτόπισμα 233 τόνους. Ναυπηγήθηκε στα 1825 και έφθασε στο Ναύπλιο στις 4 Σεπτεμβρίου 1826. Το επόμενο ατμόπλοιο ήταν το «Όθων» που το χρησιμοποίησε πολλές φορές ο Βασιλιάς Όθων σαν θαλαμηγό του. Ναυπηγήθηκε στον ναύσταθμο του Πόρου και καθελκύστηκε στις 27 Οκτωβρίου 1837. Είχε εκτόπισμα 430 τόνους. ΤΟ τρίτο ατμόπλοιο, πάλι «Όθων», αλλά αυτή τη φορά εμπορικό πλοίο, ναυπηγήθηκε στην Αγγλία στα 1853. Η σιγανή αυτή στροφή, από τα πανιά στον ατμό οφείλεται στο γεγονός ότι η επανάσταση απορρόφησε τα κεφάλαια των μεγάλων καραβοκυραίων της εποχής. Επιπλέον, πολλοί, όπως οι Γαλαξιδιώτες, δεν είχαν διόλου εμπιστοσύνη στον ατμό. Αντίθετα όμως στην Επτάνησο άρχισε γρήγορα η στροφή στην ατμήρη ναυτιλία. Το ελεύθερο Ιονικό Kράτος (κάτω από την Αγγλική Προστασία) έπρεπε ν’ αντιμετωπίσει την επικοινωνία με τα Επτά Νησιά το συντομότερο δυνατό, με ταχύπλοο σκάφος. Λύση, συνεπώς, ήτανε μία: Το ατμόπλοιο.

Η επίσημη ιονική εφημερίδα τον Φλεβάρη 1825 μετέδωσε την πληροφορία τnς ναυπήγησης του πρώτου τnς τροχήλατου ατμοπλοίου ως εξής: «Δεν υπάρχει κανένας που να μην ξέρη πόσο σπουδαίο και πόση επίδραση στον πολιτισμό και στον πλούτο του Κράτους είναι να έχη εύκολη και ασφαλή επικοινωνία με τα διάφορα μέρη. Πάνω σ’ αυτή την σκέψη, η Κυβέρνησή μας, ανήσυχη και με φιλοδοξία για ν’ ανοίξη όλους τους δρόμους πρoς την ευημερία του εμπορίου και να ενθαρρύνη την βιομηχανία, δεν εσταμάτησε σε κανένα εμπόδιο για να φθάση σ’ αυτό το τέρμα. Έφτιασε καινούργιους δρόμους στην πόλη (Κέρκυρα) και στα άλλα νησιά, επισκεύασε και ανακαίνισε εκείνους που ο χρόνος κατέστρεψε, έχτισε vέες αποβάθρες και έδωκε όλα τα εναλλακτικά μέσα για να φθάση σ’ αυτόν τον σκοπό. Ενώ η Κυβέρνηση έπαιρνε αυτά τα μέτρα για την καλυτέρευση και πιο εύκολη συ­γκοινωνία στη στεριά, στα νησιά τούτα ήταν επιθυμητή, από παραδείγματα που είχαμε από άλλα κράτη, να είναι πιο συχνές και πιο γρήγορες οι θαλάσσιες επικοινωνίες.Ο μόνος τρόπος για να επιτύχουμε αυτόν τον σκοπό ήταν ν’αποχτήσουμε ένα ατμόπλοιο…»

Αλλά μια τέτοια τολμηρή επιχείρηση, χρειαζόταν μεγάλα κεφάλαια, έξοδα συντήρησης, κρατική υποστήριξη και προπαντός να πεισθεί ο επιβάτης πως το καινοφανές αυτό μεταφορικό μέσο, που σίγουρα θα έπρεπε να είναι ακρι­βότερο από τα καΐκια της εποχής, ήταν σε τελική ανάλυση οικονομικό, γιατί θα ήταν ταχύτερο ασφαλέστερο και αναπαυ­τικότερο.

Έτσι βρέθηκε ένας Άγγλος αξιωματικός του πυροβολικού, ονόματι John Graham, που ήταν στην Κέρκυρα δύο χρόνια, που σκέφθηκε πως η ταλαιπωρημένη συγκοινωνία των νησιών, θα ελύνετο μ’ ένα ατμόπλοιο. Την ιδέα του, την υπέβαλε στον Αγγλο Ύπατο Αρμοστή Sir Frederick Adam, ο οποίος την δέχθηκε αμέσως με ενθουσιασμό. Ο Graham όμως, έπρεπε να πάρει πρώτα ορισμένα προνόμια και εγγυήσεις από το κράτος και κατόπιν ν’αποτανθεί σε γνωστούς του Άγγλους κεφαλαιούχους που θα τον βοηθούσαν στην αγορά του σκάφους.

Πραγματικά, η Βουλή τον κατοχύρωσε αμέσως με πράξη της στις 17 Φεβρουαρίου 1825 και του παραχώρησε τη μονοπωλιακή εκμετάλλευση της συγκοινωνίας με τα νησιά για δέκα χρόνια και ακόμη, η Κυβέρνηση του έδωσε ένα συμβόλαιο που του παραχωρούσε τη μεταφορά όλων των κρατικών εργασιών (φορτία, ταχυδρομείο, κρατικούς υπαλλήλους κλπ.), με τιμές που είχαν ήδη συμφωνηθεί. ‘Eχοντας ο Graham όλες τις παραπάνω εγγυήσεις, πήγε αμέσως στην Αγγλία, όπου έπεισε διαφόρους φίλους του να συμβάλουν με 20.000 £ για την κατασκευή του σκάφους. Αυτός ο ίδιος λέει, πως κατέθεσε 1.100 £ από δικά του χρήματα.

Το σκάφος, όπως τουλάχιστον το περιέγραψε η επίσημη εφημερίδα, ήταν 135 πόδια μακρύ (40 μέτρα), 30 πόδια πλατύ, με βάρος 223 τόνων. Η δύναμη των μηχανών του ήταν 80 άλογα και σε γαλήνη θα έκανε δέκα μίλια την ώρα και πέντε με ενάντιο άνεμο. Η εφημερίδα συνέχιζε την ανταπόκρισή της λέγοντας πως: «Επιπλέον, το ατμόπλοιο τούτο έχει το πλεονέκτημα ότι θα προσφέρη όλη την άνεση στους επιβάτες, επειδή έχει σχεδιασθή ειδικά γι’ αυτό το σκοπό και επειδή μεγάλες τρικυμίες ποτέ δεν συμβαίνουν σ’ αυτές τις θάλασσες, το σκάφος δεν εμποδίζεται στα ταξίδια του. Το εμπόριο θα επωφεληθή πάρα πολύ, ιδιαίτερα γιατί θα μπορή να ρυμουλκή με λίγα έξοδα ένα μεγάλο αριθμό βαρκών μεταξύ των διαφόρων νησιών, που σε κακοκαιρία δεν θα μπορούσαν να ταξιδέψουν. Οι πλοιοκτήτες τούτου του σκάφους για να ζημιώσουν όσο γίνεται λιγότερο το εμπόριο που διεξάγεται μεταξύ των νησιών αυτών (με μικρά σκάφη), δεν θα φορτώνουν στο πλοίο κανένα προϊόν των νησιών. Δεν παραβλέπουμε πως υπάρχει ένας αριθμός προκαταλήψεων και λανθασμένων ιδεών, ενάντια στα πλοία που κινούνται με ατμό, οι οποίες προέρχονται από διάφορες ατυχίες που συνέβηκαν στην αρχή, αλλά αυτά είναι φυσικό να συνοδεύουν πάντοτε τις πρώτες εφευρέσεις ως ότου η πείρα τα τελειοποιήση. Η μηχανή που θα εφοδιασθή το σκάφος τούτο είναι μια από τις πιο τέλειες. Η ασφαλιστική βαλβίδα (δικλείς) ανοίγει σχεδόν στο 1 /3 της πίεσης των καζανιών, πράγμα που αποκλείει κάθε πιθανότητα να παραγάγη από αμέλεια δυνατή συμπίεση του ατμού που θα δημιουργούσε μια πιθανή έκρηξη στα καζάνια. Το καζάνι, αντί να είναι όπως πριν από σίδερο, είναι τώρα από χοντρό χαλκό καλά επεξεργασμένο και τόσο καλά φτιαγμένο ώστε οι ναυτικοί να είναι ασφαλισμένοι από τον παραμικρότερο κίνδυνο. Όμως ό,τι και να πει κανείς θα είναι αδύνατο να δώση μία ακριβή ιδέα της χρησιμότητας και ασφαλείας των σκαφών αυτών σ’ αυτούς που δεν τα έχουν δη ποτέ τους. Μερικοί όμως μήνες θα είναι αρκετοί για να πείσουν οποιονδήποτε για την αλήθεια των παραπάνω».

 To σκάφος τελικά ναυπηγήθηκε σ’ ένα ναυπηγείο στον Τάμεση και ανεχώρησε από το Falmouth μεσοχείμωνα στις 8 Δεκεμβρίου 1825 για την Κέρκυρα. Εάν υπολογίσουμε πως ο Graham ήταν ακόμη στην Κέρκυρα σαν κυρώθηκε η Ιονική Πράξη της Βουλής, τον Φλεβάρη 1825, και πως θα χρειάστηκε ακόμη δύο τρεις μήνες για να φθάσει στο Λονδίνο, για να κανονίσει τα οικονομικά και το συμβόλαιο με το ναυπηγείο, τότε το γεγονός ότι ετοιμάσθηκε το σκάφος γύρω στα τέλη Νοεμβρίου (στον Τάμεση), πρέπει να θεωρηθεί πως η κατασκευή του έγινε σε περίπου επτά μήνες.

Το «Sir Frederick Adam» ανεχώρησε από το Falmouth (Αγγλίας) στις 8 Δεκεμβρίου 1825 και έφθασε στο Γιβραλτάρ σε 153 ώρες. Εκεί παρέμεινε για ανθράκευση 5 ημέρες και έφθασε στη Μάλτα, πάλι για ανθράκευση, σε 166 ώρες. Ανεχώρησε ύστερα από επτά ημέρες και έφθασε στην Κέρκυρα σε 65 ώρες. Κάλυψε δηλαδή μια απόσταση 2.440 μιλίων σε 384 πλεύσιμες ώρες (16 ημέρες), μ’ ένα μέσο όρο 6.35 μιλίων την ώρα. Λογαριάζοντας πως ήταν μισοχείμωνο και πως πέρασε τον Βισκαϊκό και ανοιχτές θάλασσες και ότι ίσως αντιμετώπισε ενάντιους καιρούς και φουρτούνες, ο μέσος όρος ταχύτητας του (σαν πρωτοτάξιδο μάλιστα που ήταν και που μπορεί να του παρουσιάστηκαν μηχανολογικά προβλήματα), για την εποχή εκείνη είναι εντυπωσιακός. Οπωσδήποτε, η εφημερίδα περιγράφει τον ενθουσιασμό των κατοίκων. «… Οι ευχές όλων μας επιτέλους εκπλη¬ρώθηκαν και το πλοίο ονομαζόμενο Sir Frederick Adam έφθασε εδώ την Παρασκευή πρωί στις 6 τρέχοντος. Ο βαθμός του ενθουσιασμού που έδειξε το κοινό όταν μπήκε στο λιμάνι δεν είναι δυνατόν να περιγραφεί. Ένα μεγάλο πλήθος κόσμου συγκεντρώθηκε στην παραλία και στην προκυμαία για να χαρή το νέο αυτό θέαμα. Το πλοίο, τύπου γιώτ, είναι πολύ ωραίο σε σχήμα, εξαιρετικής κατασκευής και καταπληκτικής άνεσης και μεγαλοπρέπειας…».

Ύστερα από δύο μέρες έγιναν και τα επίσημα εγκαίνια. Αντιγράφουμε πάλι από την επίσημα εφημερίδα (σε μετάφραση από τα Ιταλικά).
«Την Δευτέρα 9 τρέχοντος εγίναμε θεατές μιας διασκέδασης που μας έδωσε το πλοίο. Η Αυτού Εξοχότης ο Λόρδος Ύπατος Αρμοστής Sir Frederick Adam, στην επιθυμία του να επίδειξη τον τρόπο που το πλοίο τούτο μανουβράρει, προσκάλεσε τις Ανώτατες Αρχές του Kράτους που πήγε στο πλοίο μαζί τους για να ταξιδέψουν γύρω από τη νησίδα Βίδο. Παρ’ όλο το γεγονός ότι εκείνη την ώρα τα κύματα ήταν ογκώδη και φυσούσε θυελλώδης άνεμος, το σκάφος εμανουβράρισε με πολύ ευκολία και ταχύτητα εντυπωσιάζοντας όλους που παρακολουθούσαν το νέο θέαμα από την στεριά.
Επιπλέον, η διασκέδαση συμπληρώθηκε με τα εμβατήρια που έπαιζε η στρατιωτική μπάντα που ήταν επάνω στο πλοίο. Όλες οι προσωπικότητες που συνόδευαν την Αυτού Εξοχότητα, ικανοποιήθηκαν και δεν έπαυσαν να θαυμάζουν συνέχεια τον εκπληκτικό μηχανισμό του πλοίου, τις αναπαυτικότατες και ωραιότατες καμπίνες και γενικά όλη την εμφάνισή του
».

Την Τετάρτη 11 Γενάρη, o Ύπατος Αρμοστής επιβιβάστηκε στο σκάφος για να περιοδεύσει τα νότια νησιά και συγχρόνως να γίνει η επίδειξη του νέου λαμπρού σκάφους. Σε μία βδομάδα επέστρεψε και την Δευτέρα 23 Γενάρη άρχισε τα ταχτικά του δρομολόγια.

Το άρθρο είναι απόσπασμα από το βιβλίο «Τα πρώτα Ιονικά Ατμόπλοια – δεύτερη διορθωμένη έκδοση» (εκδόσεις Αναγνωστική Εταιρεία Κέρκυρας, 1992) του Νικολάου Βλασσόπουλου.
Όπως δημοσιεύτηκε στην τριμηνιαία έκδοση του Ναυτικού Μουσείου της Ελλάδος «Περίπλους», τεύχος 63.

 

* * *