Η βενετική διοίκηση πάντοτε χρησιμοποιούσε ξένους για τις στρατιωτικές ανάγκες του κράτους. Κυρίως συναντούμε Γερμανούς (με το όνομα αυτό καλούνται οι βόρειοι και οι κεντροευρωπαίοι) και Βαλκανίους (Δαλματούς και Αλβανούς). Από ελληνικής πλευράς ονομαστοί είχαν γίνει οι stradioti, πού ήταν έφιπποι και έδρασαν τον 16ο αιώνα, ενώ δεν έπαψαν ποτέ οι “Ελληνες να χρησιμοποιούνται στο βενετικό ναυτικό. Έτσι θα λάβουν μέρος σε όλες τις ναυτικές συγκρούσεις, είτε ως πολεμιστές είτε ως πληρώματα. Βέβαια, παράλληλα με τη χρησιμοποίηση των μισθοφόρων, η Βενετία είχε επιβάλει την τακτική στρατολογία των ντόπιων για τη φύλαξη της περιοχής τους, με το όνομα cernide. H πολιτοφυλακή αυτή δεν ήταν έμμισθη, αλλά υπαγόταν στις υποχρεωτικές υπηρεσίες των πολιτών (αγγαρείες). Ποτέ όμως οι πολιτοφύλακες δεν είχαν την απαιτούμενη εκπαίδευση και μόνο σε ιδιαίτερα κρίσιμες περιστάσεις (όπως κατά τον τρίτο τουρκο-βενετικό πόλεμο του 16ου αι. επέδειξαν κάποιο ζήλο. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο το βενετικό κράτος (όπως και τα άλλα ευρωπαϊκά) διατηρούσε μισθοφορικά σώματα, με επαγγελματική στρατιωτική νοοτροπία. Από τα μέσα του 17ου αί. τα σώματα αυτά είχαν γίνει ιδιαίτερα αναγκαία, καθώς τα όρια του κράτους είχαν συρρικνωθεί, οι βενετοί πολίτες απέφευγαν τη στρατολογία και οι ιταλικοί πόλεμοι ήταν συχνοί.
Το βενετικό πεζικό διακρινόταν σε τρία μέρη, ανάλογα με την καταγωγή των στρατιωτών (fanti) : Ιταλοί, υπερπόντιοι (oltramarini) και βόρειοι (oltramontani). Ή (εθνική) καταγωγή αποτελούσε κριτήριο για την κατάρτιση των επιμέρους σωμάτων, διασφαλίζοντας με τον τρόπο αυτό την ομοιογένεια και την ψυχολογική «ασφάλεια» των στρατιωτών. Έχουμε μαρτυρίες για την παρουσία ορθόδοξων ιερέων στις τάξεις των Ελλήνων ή άλλων βαλκανίων.

Το κάθε σώμα είχε τή δική του παρουσία, με διαφορετική ενδυμασία και βηματισμό. Οι στρατολογημένοι έφθαναν από τη θάλασσα στη Βενετία, στο νησί Lido. Εκεί γινόταν ή ιατρική εξέταση του καθενός και στη συνέχεια συντάσσονταν τα σώματα. Ή θητεία στην πραγματικότητα ήταν ισόβια και η δραπέτευση ήταν δύσκολη, όπως και ή τιμωρία του δράστη αυστηρή, συνήθως υπηρεσία στις γαλέρες (κάτεργα). Ή πληρωμή γινόταν κάθε 36 ημέρες. Τα καθήκοντα των μισθοφόρων ήταν : φύλαξη οχυρών τοποθεσιών και περιπολία στα σύνορα ή σε ειδικές περιοχές, όπως ή λίμνη Garda της περιοχής της Βερόνας. Κάθε δεκαπέντε ημέρες έπρεπε να γίνονται ασκήσεις.

Οι πρώτες τακτικές στρατολογίες πεζικαρίων, όπως θα λέγαμε σήμερα, από τα υπερπόντια εδάφη άρχισε στις άρχές του 16ου αιώνα. Προηγήθηκε σίγουρα ή ναυτολόγηση νησιωτών. Τους μισθοφόρους ή Βενετία χρησιμοποίησε τόσο στην Ανατολή όσο και στους ιταλικούς πολέμους. Κατά τον 18ο αι. ή προσοχή του κράτους είχε σχεδόν αποκλειστικά στραφεί στην ιταλική ενδοχώρα (Terraferma), καθώς ο τουρκικός κίνδυνος είχε περιοριστεί, ιδίως μετά τη συνθήκη του Πασάροβιτς. Ή στρατολογία γινόταν ως έξης: Το τρίμηνο Νοεμβρίου – Ιανουαρίου 36 στρατιώτες με επικεφαλής δύο λοχίες, δεκανέα και υπολοχαγό ή λοχαγό, με τους ήχους σάλπιγγας ή τύμπανου, έφθαναν στον καθορισμένο τόπο και προσκαλούσαν τον πληθυσμό. Εξετάζονταν άνδρες 18-35 ετών με κάποιο ανάστημα και υγεία και πού δεν είχαν υποστεί καταδίκη. Στη συνέχεια ο μισθοφόρος υπέγραφε το τυπικό έγγραφο της εκούσιας κατάταξής του για εννιά χρόνια. Ωστόσο στην πραγματικότητα ή στρατολογία γινόταν με διάφορα τεχνάσματα, με τη χρήση ψευδών υποσχέσεων, απειλών ή και με τη μέθη του υποψήφιου. Στο Lido της Βενετίας, όπου τελικά έφθαναν, οι νεοσύλλεκτοι κλείνονταν στο λεγόμενο serraglio. Ακολουθούσε ένας μήνας εκπαίδευση και κατόπιν ή κατανομή στα σώματα. Σύμφωνα με τον κανονισμό του Σούλεμβουργκ, ένα σύνταγμα (reggimento) υπερπόντιων περιλάμβανε οκτώ λόχους των 54 ανδρών. Ή Βενετία είχε προγραμματίσει έντεκα τάγματα υπερπόντιων, πού κατά τον 18ο αί. βρίσκονταν στη βενετική ενδοχώρα, στη Δαλματία ή στα Επτάνησα. Ένα από τα βασικά κέντρα συλλογής μισθοφόρων ήταν ή Κέρκυρα, όπου προσέρ- χονταν και οι Δαλματοί και οι Αλβανοί. Ό μηνιαίος μισθός του απλού στρατιώτη έφτανε μόλις τα πέντε δουκάτα (30 λίρες), ενώ των βαθμοφόρων ήταν: του caporale (δεκανέα) 6 δουκάτα, τοΰ sergente(λοχία) 8 δουκ., του alfiere (σημαιοφόρο) 10 δουκ., του tenente (υπολοχαγού) 14 δουκ., του capitano (λοχαγού) 25 δουν. και του maggiore (ταγματάρχη) 30 δουκάτα. Έλληνες ιππείς κατά τον 18ο αί. δέν συναντούμε, όπως και δεν υπάρχουν άλλοι άνατολίτες, με τουρκική ή συριακή προέλευση, οι λεγόμενοι turcopoli.

Σε πρόσφατη έρευνα στο Κρατικό αρχείο της Βενετίας υπάρχουν φάκελοι πού αφορούν τους μισθοφόρους. Καρπός της ερευνάς ήταν ο εντοπισμός του υλικού πού εδώ χρησιμοποιούμε και δημοσιεύουμε. Συνολικά καταγράψαμε 6 λόχους Επτανησίων και ένα σώμα Κερκυραίων ναυτών. Στα τοπικά αρχεία της βενετικής ενδοχώρας (Brescia, Ferrara, Padova, Treviso,Verona, Vicenza) υπάρχουν ασφαλώς στοιχεία για τα σώματα (milizie) που υπηρετούσαν στην περιοχή, πράγμα πού πρέπει να ερευνηθεί μελλοντικά και από ελληνικής σκοπιάς. Γενική διαπίστωση, όποιου ερευνά το υλικό, είναι ότι ή παρουσία των Ελλήνων στα μισθοφορικά σώματα είναι μικρή. Κυριαρχούν οι Δαλματοί και κατόπιν έρχονται οι βόρειοι Ευρωπαίοι. Ακόμη και στους λόχους των Ελλήνων συναντούμε αλλοεθνείς. Καταγράψαμε 6 λόχους με σχεδόν αμιγή ελληνικό χαρακτήρα και από αυτούς μόνο ένας φέρει την σαφή ένδειξη ως λόχος Κεφαλληνίων, όπως και μόνο γι’ αυτόν σημειώνεται ή έδρα του, το Λενιάγκο της περιοχής της Βερόνα. Στην ίδια αρχειακή σειρά υπάρχει σώμα Κερκυραίων (reggimento di Corfu), όπου όμως τα ελληνικά ονόματα είναι λίγα και πλεονάζουν οι Δαλματοί. Ή παρουσία των Επτανήσιων είναι εύλογη κατά τον 18ο αι., γιατί μόνο ή περιοχή τους είχε απομείνει στο βενετικό κράτος. Ωστόσο έχουμε και στρατιώτες από την ηπειρωτική Ελλάδα, πράγμα πού δείχνει την τάση των Ελλήνων να φύγουν προς τη Δύση. Πρέπει να υπογραμμιστεί η μαζική παρουσία των Κεφαλληνίων και κατά δεύτερο λόγο των Κερκυραίων, ενώ ελάχιστοι είναι οι Ζακύνθιοι, Κυθήριοι και Λευκάδιοι. Τα στοιχεία δείχνουν ότι ή περιοχή Ληξουρίου – Θηνέας υπερτερεί από τις λοιπές του νησιού, ενώ οι ναύτες της Κέρκυρας προέρχονται σχεδόν από την περιοχή της Λευκίμμης. Ίσως για τους κατοίκους των περιοχών αυτών ή στρατιωτική υπηρεσία αποτελούσε κάποια διέξοδο στη χρόνια φτώχεια του τόπου τους.
Για τον ιστορικό προβάλλει φυσικό το ερώτημα κατά πόσο αυτοί οι στρατιώτες είχαν κάποια επίδραση στή διαμόρφωση κάποιου πολεμικού πνεύματος στον ελληνικό χώρο. Ακόμη, εάν ορισμένοι στελέχωσαν τα ελληνικά σώματα (κλέφτες – αρματολοί) της κυρίως Ελλάδας. Για εκείνους πού υπηρέτησαν προς τα τέλη του αιώνα θα μπορούσε κανείς να υποθέσει κάποια παρουσία τους στα ελληνικά γεγονότα, μετά την πτώση της Βενετίας. Στα παραπάνω είναι ακόμη πρόωρο να δοθούν απαντήσεις, αφού δεν υπάρχουν σχετικές εργασίες, δεν έχει δηλαδή ερευνηθεί ή επίδραση της βενετικής στρατιωτικής μηχανής στην εξέλιξη της ελληνικής πολεμικής παρουσίας. Οι κατάλογοι πού παρακάτω δημοσιεύουμε, μαζί με τους πίνακες, βοηθούν τόσο στην τεκμηρίωση ιστορικών συμπερασμάτων, όσο και στη μελέτη των νησιών από κοινωνική, τοπογραφική, όπως και ονοματολογική άποψη.

 

Γεώργιος Πλουμίδης,”Επτανήσιοι μισθοφόροι στην Βενετία τον 18ο αιώνα”,ανάτυπο από τα “Κεφαλληνιακά χρονικά”, τομ. 5 – Εταιρεία Κεφαλληνιακών ιστορικών ερευνών.

 

* * *