Ο Louis – César Gabriel, επαναζόμενος Berluy, κόμης και στρατηγός, αδελφός του επιτελάρχη και στρατάρχη του Ναπολέοντα, γεννήθηκε στις Versailles (στον αριθμό 3 της οδού της Αμερικάνικης Ανεξαρτησίας), στις 9 Νοεμβρίου 1765, και ανασύρθηκε νεκρός μετά από πέσιμο στο ποτάμι, κοντά στο πύργο του αδελφού του, στο Grosbois, στις 17 Αυγούστου 1819. Υπήρξε μια ενδιαφέρουσα προσωπικότητα της πολιτείας των Ιονίων νήσων, αφού η δράση του υπήρξε καθοριστική για την τύχη του Ελληνικού Έθνους.

Louis-Cesar-Gabriel Berthier

Η συνθήκη ειρήνης του Τιλσίτ, που υπογράφθηκε την 8η Ιουλίου 1807 και επικυρώθηκε την επομένη, περιείχε δύο μυστικά άρθρα. Το πρώτο όριζε ότι η χώρα γνωστή ως Bocca di Cattaro, περνούσε στην κυριαρχία της Γαλλίας, το δε δεύτερο ότι «η Α.Μ. ο αυτοκράτωρ Ναπολέων ως απόλυτος κτήτωρ και κυρίαρχος θα κατείχε τις επτά Ιονίους νήσους».
Ιδιαίτερη συμφωνία έγινε στο Τιλσίτ την 9η Ιουλίου 1807, μεταξύ του πρίγκιπα Neuchatel και του πρίγκιπα de Lobanoff, σε ό,τι αφορά την εκκένωση των ελληνικών νήσων. Ήδη από την 4η Ιουλίου 1807, ο Βασιλιάς της Νεάπολης Ιωσήφ Βοναπάρτης, διατάχθηκε να στείλει στον Τάραντα και στον Οτράντο, με το πρόσχημα όπως παρασκευάσει την άμυνα των δύο τούτων θέσεων, δύο λόχους πυροβολικού, σύνταγμα πεζικού γαλλικό και σύνταγμα πεζικού ιταλικό. Ο στρατός αυτός τέθηκε υπό τις διαταγές του César Berthier αδελφού του δούκα του Neuchatel, και θα περνούσε τον πορθμό του Οτράντο, με την πρώτη διαταγή, ενώ είχαν προμήθειες για 5-6 μήνες. Ο στρατηγός Berthier διατάχθηκε να μεταχειρισθούν με τον απαιτούμενο σεβασμό τα ρωσικά στρατεύματα τα οποία θα έβρισκαν στο αρχιπέλαγος, να τους επιτρέψουν να καταυλίζονται για όσο χρόνο χρειάζονται στα φρούρια των νήσων, και να συνεργάζονται με τα γαλλικά σε τυχόν επίθεση.
Η επιστροφή των ρωσικών στρατευμάτων θα γινόταν δια ξηράς ή θαλάσσης, σύμφωνα με τη θέλησή τους, με χρήματα της γαλλικής αυτοκρατορικής διοικήσεως, οι τραυματίες και οι ασθενείς θα τύγχαναν περίθαλψης, σαν να ήσαν Γάλλοι, το υλικό, το πυροβολικό, η πυρίτιδα, οι προμήθειες, τα τρόφιμα, θα κοστολογούνταν και θα πληρώνονταν.
Ο από τον Οτράντο αποσταλθείς στρατός προς κατοχή της Κέρκυρας από 1500 άνδρες κατέφθασε στις 20 Αυγούστου 1807. Κατά την άφιξή του, η Γερουσία έσπευσε να αναγγείλει στους κατοίκους των Ιονίων νήσων την αίσια είδηση, ότι η Επτάνησος πολιτεία ετέθη υπό την προστασία του Μεγάλου Ναπολέοντος, αυτοκράτορα των Γάλλων και βασιλέα της Ιταλίας.
Ύστερα από τρεις ημέρες έφθασε και ο στρατηγός Berthier με την υπόλοιπη φρουρά, αφού έχασε κατά τον διάπλου μόνο ένα μεταγωγικό που συνελήφθηκε από τους Άγγλους.
Ο Ρώσος Ναύαρχος Σενιαβίν, ύστερα από τις διαταγές της κυβέρνησής του, παρέδωσε στους Γάλλους τα νησιά, με μεγάλη όμως δυσαρέσκεια, γιατί εκτός από την εγκατάλειψη του Καττάρου και των νησιών, έπρεπε να επιστρέψει στη Βαλτική ανάμεσα από το στόλο της Αγγλίας, ο οποίος δεν ήταν αδύνατο να κηρυχθεί ύστερα από λίγο πολέμιος της Ρωσίας. Ο ρωσικός στόλος παρέλαβε τη φρουρά της Κέρκυρας και των υπόλοιπων νήσων και την αποβίβασε στο βασίλειο της Νεάπολης, ενώ τα πλοία στράφηκαν προς το Γιβραλτάρ (οι Ρώσοι ασθενείς θα φύγουν τον Νοέμβριο). Οι Γάλλοι κατέλαβαν και την υπόλοιπη χώρα μαζί με την πόλη της Πάργας. Στην Κεφαλλονιά πολλοί συνόδευσαν τους Ρώσους κλαίγοντας, όπως γράφει ο Λοβέρδος, και στην Λευκάδα ο Καποδίστριας δέχθηκε τον Λοχαγό Φορεστιέ και του έδωσε λεπτομερή έκθεση για τις δυνάμεις που υπήρχαν στο νησί.

Μόλις πάτησε το πόδι του στην Κέρκυρα ο Berthier έκανε έπαρση της τρίχρωμης Γαλλικής σημαίας στο φρούριο και ανακήρυξε τα νησιά Γαλλικές κτήσεις και τους κατοίκους υπηκόους του Αυτοκράτορα. Την 9η Σεπτεμβρίου δημοσίευσε διαταγή που καθόριζε την νέα οργάνωση των νήσων. Το διάταγμα αυτό έδινε υπόσχεση συντάγματος γαλλικού, ενώ υποβίβαζε τα μέλη της Γερουσίας σε πέντε, συμπεριλαμβανομένου και του προέδρου, ενώ καταργούσε και τον γενικό έλεγχο και διάφορες άλλες θέσεις σαν περιττές. Επέβαλλε το νέο ημερολόγιο, τη γαλλική γλώσσα στο σχολείο και ανακήρυξε την Ορθοδοξία ως επίσημη θρησκεία.
Έτσι, χωρίς να προκληθούν ταραχές, τα Επτάνησα αποτέλεσαν τμήμα της Γαλλικής αυτοκρατορίας.
Αυτή όμως η μεγάλης σπουδαιότη¬τας πολιτική απόφαση, προκάλεσε την τρομερή επίπληξη του Αυτοκράτορα «Δεν ανέθεσα στο στρατηγό Berthier να δηλώσει ότι η Κέρκυρα αποτελεί τμήμα της Αυτοκρατορίας και αφού εγώ σιώπησα, όφειλε και αυτός να σιωπά. Δείξτε του τη δυσαρέσκειά μας. Διατάξτε τον να φέρεται με μεγαλύτερη επιφυλακτικότητα και φρόνηση. Δώστε του να κατανοήσει ότι δεν γνωρίζει, κανείς δεν γνωρίζει τι θα κάνει αύριο», γράφει προς τον αδελφό του βασιλιά της Νεάπολης στις 6 Οκτωβρίου, ενώ στον υπουργό του των Στρατιωτικών Clarke γράφει ότι η διαγωγή του Berthier ήταν παράφρων, ενώ στον αδελφό του Berthier, Πρίγκηπα του Neuchatel, ότι η διαγωγή του υπήρξε επιπόλαιη. Προφανώς ο Ναπολέων φοβόταν ότι ο Ρώσος αυτοκράτωρ Αλέξανδρος ο Α’, θα ένιωθε τον εαυτό του προσβεβλημένο για την προσάρτηση νήσων, των οποίων προ ολίγου υπήρξε προστάτης και σύμβουλος.

Από την άλλη φοβόταν ότι για λόγους προπαγάνδας, οι Άγγλοι αργά ή γρήγορα θα καταλάμβαναν τις απομονωμένες νήσους, όπως έκαναν το 1798. Η παράδοση στους Άγγλους της φρουράς της Κέρκυρας θα είχε τρομερή επίπτωση στο γόητρο του Αυτοκράτορα. Γι’ αυτό έδωσε διαταγή όλοι οι Γάλλοι στρατιώτες να σταλούν στην Κέρκυρα, και να αντικατασταθούν από Ιταλούς, Έλληνες και Αλβανούς στα υπόλοιπα νησιά. Στην επιστολή του της 8ης Φεβρουαρίου του 1808 προς τον βασιλιά της Νεάπολης, γράφει: Πρέπει να θεωρείτε την Κέρκυρα ότι έχει περισσότερη σημασία από τη Σικελία. Το ζήτημα της Σικελίας είναι καθορισμένο αλλά της Κέρκυρας όχι. Να θυμάστε τη φράση μου «Στην παρούσα κατάσταση της Ευρώπης, η μεγαλύτερη ατυχία που θα μπορούσε να μου συμβεί είναι η απώλεια της Κέρκυρας».

Την 10η Φεβρουαρίου ο ναύαρχος Gaudeaume αναχώρησε από την Τουλόν με στόλο γεμάτο από προμήθειες και πυρίτιδα. Τα έξη αγγλικά πλοία που περιπολούσαν γύρω από την Κέρκυρα εξεδιώχθηκαν και η πόλη απέκτησε εφόδια για πολύ χρόνο. «Την 5η Απριλίου η θάλασσα γύρω από την Κέρκυρα ήταν ελεύθερη, η θέση φρουρούνταν από 10.000 άνδρες, είχε 300.000 lt πυρίτιδα, 2.000.000 φυσίγγια και τρόφιμα για δύο έτη», γράφει ο Ναπολέων. Η Πάργα φρουρούνταν από 600 άνδρες, ενώ η Λευκάδα είχε οχυρωθεί. Ο λόγος της ενίσχυσης της φρουράς της Κέρκυρας, δεν ήταν μόνο ο Αγγλικός κίνδυνος, αλλά και ο κακός δαίμων του Ναπολέοντα, ο Αλή πασάς των Ιωαννίνων.

Ο Αλή είχε στείλει ήδη στο Τιλσίτ τον ειδικό απεσταλμένο Guerini – Μεχμέτ-αφεντη, (πρώην ιερο- εξεταστή της Μάλτας), με προσωπική επιστολή προς τον Ναπολέοντα γραμμένη στις 30 Μαρτίου 1807. Ζητούσε να του παραχωρηθούν τα Επτάνησα, αλλά ο Ναπολέων απορρίπτει την πρότασή του. Ήδη ο Ναπολέων βρισκόταν σε μυστικές διαπραγματεύσεις με τον Αλέξανδρο, για τη λύση του Ανατολικού ζητήματος, τη διανομή δηλαδή της Τουρκικής Αυτοκρατορίας. Με τη συνθήκη του Tilsit οι σχέσεις της Τουρκίας με τον Ναπολέοντα, ψυχράνθηκαν, γιατί κατάλαβαν ότι συμφώνησε με τον Αλέξανδρο Α’ τον διαμελισμό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Και οι φιλοδοξίες του Αλή όμως ναυάγησαν. Χάθηκε η ελπίδα να καταλάβει τα νησιά σαν υποτελής, κληρονομικός ηγεμόνας της Γαλλικής αυτοκρατορίας. Ούτε και τη Λευκάδα δεν μπορούσε πια να καταλάβει. Έμεινε όμως η πόλη της Πάργας στην Ηπειρωτική ακτή. Ήδη ο Αλή είχε προσπαθήσει να καταλάβει την Πάργα, όπως και τη Βόνιτσα, την Πρέβεζα και το Βουθρωτό, το 1798. Το ζήτημα της Πάργας περιπλέχθηκε όμως γιατί ο Σουλτάνος, σαν συνεπικυρίαρχος των Ιονίων νήσων με τον Τσάρο, είχε διορίσει κάποιον Αιγύπτιο ονόματι Αβδουλάχ – Μπέη, σαν διοικητή της πόλης. Ο Αλής όμως δεν το έβαλε κάτω.

Προφασιζόμενος ότι οι Πάργιοι έδιναν άσυλο στους καταδιωκόμενους Σουλιώτες, ζητά την παράδοση της πόλης από τον Αβδουλάχ για να τους τιμωρήσει. Ο Αβδουλάχ όμως του απάντησε ότι ο Σουλτάνος δεν είχε κηρύξει τους Σουλιώτες επαναστάτες, ώστε να τιμωρήσει τους Παργίους σαν προδότες. Το ζήτημα παρέμεινε έτσι, μέχρις ότου, ο Αλή μαθαίνει για την επόμενη συνάντηση στο Tilsit, από τον Sebastiani, ενώ από τον Marmont, πληροφορήθηκε την επικείμενη άφιξη των Γαλλικών αυτοκρατορικών στρατευμάτων όπως και το όνομα του νέου διοικητή, στον οποίο στέλνει θερμή επιστολή φιλίας πριν ακόμη φθάσει στην Κέρκυρα.

Ύστερα από λίγο όμως έφθασε στα χέρια του Berthier επιστολή των προεστών Αγυιάς της περιοχής της Πάργας, που τον παρακαλούσε να τους προστατέψει από τον Αλή Πασά. Ο Berthier βρέθηκε σε δίλημμα. Από τη μια ο ίδιος ο Ναπολέων, ξεχνώντας το γαλλικό αίμα που χύθηκε στη Νικόπολη, κολάκευε τον Αλβανό τυχοδιώκτη, τον οποίο είχε ενισχύσει με απόσπασμα γαλλικού πυροβολικού για να βομβαρδίζει τη Λευκάδα υπό τον συνταγματάρχη Guillaume de Vaudoncourt. Από την άλλη ο ίδιος o Αλή Πασάς έκανε ότι δεν τον πολυενδιέφερε η Πάργα, που την αποκαλούσε «ασήμαντο χωριουδάκι», ένα χωριουδάκι που οι Βενετοί αποκαλούσαν «οcchio e orecchio di Corfou». Έτσι οι δύο απεσταλμένοι του Αλή, ο διανοούμενος Αθανάσιος Ψαλίδας και ο υπουργός Χατζή Σεχρή, απέσπασαν από τον Berthier υπόσχεση παραχώρησης της πόλης. Έτσι εξηγείται η οργή του Ναπολέοντα εναντίον του στρατηγού του. Οι στρατηγοί μου, γράφει στον Clarke, πρέπει να περιποιούνται τον Αλή, αλλά όχι να του παραδώσουν την Πάργα «.. Οι στρατηγοί μου δεν πρέπει να παραδίδουν ουδέν εις ουδένα». O Berthier διατάχθηκε να ενισχύσει τη φρουρά της Πάργας.

Πρέπει όμως να δούμε τη στάση του Berthier πιο συγκαταβατικά. Όταν ο Berthier φθάνει στην Κέρκυρα, ο στρατός που διέθετε δεν επαρκούσε για τη φρούρηση όλων των νήσων. Εκτός αυτού επειδή τα νησιά αποκλείονταν από τον Αγγλικό στόλο, σύντομα θα παρουσιαζόταν έλλειψη εφοδίων. Έτσι ο εφοδιασμός της Γαλλικής φρουράς της Κέρκυρας (πριν από την άφιξη της νηοπομπής υπό τον Gandeaume), ήταν ζωτικής σημασίας για τον Γάλλο στρατηγό, που δεν είχε ακόμη εκτιμήσει τον γεωγραφικό χώρο που θα διοικούσε. Συνεπώς η φιλία του Αλή (σύμφωνα και με τις εντολές του Ναπολέοντος), ήσαν μεγαλύτερης αξίας από «το ασήμαντο χωριουδάκι».
Άλλωστε ο Ναπολέων μετά τους αρχικούς θυμούς του, με το διάταγμα του Fontainebleau στις 10 Νοεμβρίου 1807 υιοθετούσε τον προσωρινό οργανισμό του Berthier και προέβηκε στην άριστη εφαρμογή του. Με το ίδιο διάταγμα ιδρυόταν η θέση του Αυτοκρατορικού Επιτρόπου, ενώ περιοριζόταν πιο πολύ η δύναμη της γερουσίας και έμπαινε φραγμός στις τυχόν αυθαιρεσίες του Γενικού Διοικητή. Εκείνο όμως που εξερέθισε τον Ναπολέοντα εναντίον του Διοικητού του, ήταν ο σκανδαλώδης δεσμός του με μία παντρεμένη κυρία που την εγκατέστησε στο μέγαρό του, και όπου σαν οικοδέσποινα, ήταν επικεφαλής των δείπνων του στρατηγού, όπου καλούνταν η αριστοκρατία του νησιού. Ο Ναπολέων που ήθελε πλέον να δημιουργήσει μία αυτοκρατορική αυλή με αυστηρά ήθη, δεν μπορούσε να το ανεχθεί αυτό. Την 28η Ιανουαρίου 1808 τον αντικατέστησε με τον διοικητή της Κεφαλληνίας Κόμη Donzelot (François – Xavier – 1764-1843). Η διαταγή ήταν μυστική και έδινε το περιθώριο 15 ημερών στους δύο άνδρες να αλληλοενημερωθούν, πριν την αντι¬κατάσταση του César Berthier.
Έτσι ο Berthier θα αναχωρήσει για την Ιταλία, αφού όμως θα προσφέρει στο Ελληνικό Έθνος, μία μεγάλη υπηρεσία: την ενσωμάτωσή του στο Γαλλικό Κράτος. Χωρίς αυτή την απόφαση, υπήρχε κίνδυνος τα νησιά να γίνουν Αυστριακά ή χειρότερα ακόμη τουρκική επαρχία, μετά το 1814. Και γι’ αυτό του οφείλεται μεγάλη ευγνωμοσύνη από το Ελληνικό Έθνος.

 

πηγή: Θωμάς Ζάχαρης, «Στρατιωτική Επιθεώρηση», τεύχος 4/8/2010

 

* * *