Στη βορινή άκρη της Σπιανάδας υψώνεται ταλαιπωρημένο από το χρόνο και τους ανθρώπους το παλιό Αρμοστείο, το ανάκτορο των Αγίων Γεωργίου και Μιχαήλ. Τα 175 χρόνια που πέρασαν από επάνω του, πολύ λίγο αλλοίωσαν τη γενική μορφή του οικοδομήματος, οι επί μέρους όμως ζημίες και κακοσυντηρήσεις δεν είναι λίγες, παρά τη γενναία ¨περιποίηση” που υπέστη τις παραμονές της Συνόδου Κορυφής το 1994. Στους χώρους αυτούς φιλοξενούνταν μέχρι το 1993 το Μουσείο Ασιατικής Τέχνης, το σημαντικότερο (αν όχι το μοναδικό) στο Μεσογειακό χώρο.Τον πυρήνα του αποτέλεσε η συλλογή του Γρηγορίου Μάνου με 8.000 κομμάτια κινέζικης και Ιαπωνικής τέχνης.

Ο Γρηγόριος Μάνος γεννήθηκε το 1851 και ακολούθησε καριέρα στο Υπουργείο Εξωτερικών φθάνοντας στο βαθμό του Πρεσβευτή και του πληρεξούσιου υπουργού. Η καριέρα του κράτησε 25 χρόνια και στο διάστημα αυτό βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη, Βιέννη, Βερολίνο. Στη Βιέννη ήταν κατά το διάστημα 1894-1910. Στη συνέχεια αποχώρησε από το διπλωματικό σώμα και εγκαταστάθηκε στο Παρίσι. Ήδη η συλλογή του με αντικείμενα της Άπω Ανατολής ήταν τεράστια, καρπός συλλεκτικής δραστηριότητας πολλών χρόνων. Τα αντικείμενα τα είχε προμηθευτεί από δημοπρασίες, πτωχεύσεις και μέσω γνωριμιών του στις χώρες αυτές, ξοδεύοντας το ποσό των 726.550 χρυσών γαλλικών φράγκων. Με τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου γνωστοποιεί (1-12-1918) στον έλληνα πρεσβευτή στο Παρίσι την απόφασή του να δωρίσει στο Ελληνικό Δημόσιο τη συλλογή του. Στις 6-3-1919 υπογράφτηκε η σχετική σύμβαση και τα αντικείμενα της συλλογής μεταφέρθηκαν με 120 κιβώτια.

Η μεταφορά στην Κέρκυρα έγινε το 1924, γεγονός που ενθουσίασε το Μάνο, καθώς είχε παιδικές αναμνήσεις από το νησί (ο πατέρας του ήταν αξιωματικός του στρατού και υπηρέτησε στην Κέρκυρα την εποχή της Ένωσης). Το νομοθετικό διάταγμα για την ίδρυση του μουσείου υπογράφτηκε στις 4-3-1926 και την αρχική ταξινόμηση των εκθεμάτων έκανε ο ίδιος, ήταν δε ο πρώτος και ισόβιος έφορός του. Του είχε παραχωρηθεί μόνιμος χώρος κατοικίας στο Μουσείο και μισθός 500 δραχμών από την 1-1-1919, ενώ από 1-1-1921 ρυθμίστηκε σε 500 γαλλικά φράγκα. Το Μάρτη του 1928 ο Μάνος αρρώστησε και ο τοπικός τύπος δημοσίευε τα σχετικά με την πορεία της υγείας του. Στις αρχές Μάη άρχισε να καλυτερεύει, αλλά προσωρινά. Πέθανε την Τρίτη 15 Μάη 1928 και ο θάνατός του προκάλεσε αίσθηση στην πόλη. Έφυγε με το παράπονο ότι ποτέ δεν εκτιμήθηκε όσο έπρεπε η μεγάλη του χειρονομία.

Υπήρξαν φορές που μετάνιωσε για τη μεταφορά στην Κέρκυρα του θησαυρού του που τον απέκτησε με τις οικονομίες και τους κόπους μιας ζωής. Η σωρός του Μάνου μεταφέρθηκε στη Μητρόπολη όπου έμεινε για προσκύνημα μέχρι την επόμενη μέρα. Κατά τη νεκρώσιμη ακολουθία στις 5 το απόγευμα της Τετάρτης, ο πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Μαργαρίτης αποχαιρέτησε το νεκρό με τον παρακάτω επικήδειο: ¨Εν ονόματι του Κερκυραϊκού λαού και του Δήμου Κερκυραίων, καταθέτω προς της σορού σου, Γρηγόριε Μάνε, τον στέφανον τούτον εις ένδειξιν της ευγνωμοσύνης και του θαυμασμού του Κερκυραϊκού Λαού προς τον Εθνικόν ευεργέτην του δωρητήν του πολυτίμου Σινοϊαπωνικού Μουσείου, όστις δια παντός τρόπου επεδίωξε την εγκαθίδρυσιν αυτού ενταύθα, και τούτο, διότι ηγάπησε την Κέρκυραν από της παιδικής του ηλικίας, ότε μετά του πατρός αυτού αξιωματικού του πυροβολικού παρέμεινεν εν τη νήσω, εις ον είχεν ανατεθεί η παραλαβή των φρουρίων από των Άγγλων. Αλλά αι ημέραι εκείναι της παραμονής του εν Κερκύρα, υπήρξαν ημέραι υψίστου μεγαλείου και ιεράς εθνικής συγκινήσεως, διότι συντελείτο ο προαιώνιος πόθος των Επτανησίων, και η τρυφερά ψυχή του συνεκινήθη, και ετονώθη, και ως ο ίδιος έλεγε συνησθάνθη την αγάπην προς την Πατρίδα. Έκτοτε το όνειρον της ψυχής του υπήρξεν, όπως εις την κοιτίδα ταύτην του Εθνισμού δυνηθή να διέλθη ησύχως τας τελευταίας ημέρας της ζωής του, και η Κερκυραϊκή γη καταστή η τελευταία του κατοικία. Και το όνειρον συνετελέσθη. Αλλά και η Κέρκυρα θα είναι πάντοτε υπερήφανος και θα σεμνύνεται, διότι εις την γην της αναπαύεται το σώμα του Εθνικού Ευεργέτου Γρηγορίου Μάνου, του οποίου η μνήμη έσται αιώνια“.

Μετά τη νεκρώσιμη ακολουθία έγινε η εκφορά του Νεκρού προπορευομένων των δύο φιλαρμονικών.. Η πομπή πέρασε από τα Μουράγια, Λιστόν, Ευγ. Βουλγάρεως και από την Πόρτα Ριάλα το νεκρό παρέλαβε η νεκροφόρος ως το κοιμητήριο όπου τάφηκε σε χώρο που δωρήθηκε τιμής ένεκεν από το Δήμο κοντά στην εκκλησία. Με το θάνατο του Μάνου το Μουσείο έκλεισε ως τα τέλη Ιουνίου, οπότε τη διεύθυνσή του ανέλαβε προσωρινά ο ιστοριοδίφης Σπύρος Θεοτόκης. Αργότερα υπάχθηκε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία, ενώ πλουτίστηκε και με άλλες συλλογές ασιατικής τέχνης. Το όνομα του ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΜΑΝΟΥ έχει το καντούνι δίπλα στο ¨Εθνικό”, θυμίζοντας στον περιπατητή το μεγάλο δωρητή. Όμως στο κοιμητήριο της Γαρίτσας δεν έχει μείνει κανένα ίχνος από τον τόπο που αναπαύεται.

ΠΗΓΕΣ: 1) Τουριστικός Οδηγός Κερκύρας, Αθήναι, Εκδόσεις Παράσχου Καλφάκη, 1969, σ.40 2) Νίκου Κλαδά, Εφημερίδα Κέρκυρα, Κέρκυρα, φύλλα 31 Μάρτη, 12 & 21 Μάη, 27 Ιούνη 1928 3) Γιάννης Τσανταρίδης, Η ιστορία της Κέρκυρας μέσα από τους δρόμους και τα καντούνια της, Ελληνοεκδοτική, Αθήνα, 1992.

Γιώργος Ζούμπος
http://bibliokerkyra.blogspot.it/

 

* * *