Σημ.Το παρακάτω άρθρο δημοσιεύτηκε τον Δεκέμβρη του 2004 

Η Παλιά Φιλαρμονική μετρά επίσημα 164 χρόνια ζωής, αλλά δεν υπάρχει ακόμα το ιστορικό της εκτός από σύντομες εργασίες και άρθρα. Οι υπάρχουσες εργασίες δεν φωτίζουν σε βάθος τις συνθήκες υπό τις οποίες δημιουργήθηκε η Παλιά και πολύ περισσότερο δεν φωτίζουν τη λειτουργία της κατά τα πρώτα χρόνια. Αποτέλεσμα είναι να υπάρχει ιστορικό κενό για μια σημαντική περίοδο.
Αφορμή και μόνο για τους προβληματισμούς αυτούς μας δίνουν δύο κείμενα συμπολιτών που δημοσιεύτηκαν στο «Κερκυραϊκό Βήμα» στις 23 Σεπτέμβρη και στις 2 και 5 Οκτώβρη για την Παλιά. Έτσι, η δημιουργία της Παλιάς είναι τεκμηριωμένο ότι προηγήθηκε της βρετανικής απαγόρευσης για συμμετοχή της στρατιωτικής μπάντας στις λιτανείες, όπως και στο ζήτημα των ιδρυτών είναι προς διερεύνηση σε τι ποσοστό προέρχονταν από το καλούμενο αρχοντολόι ή από την ανερχόμενη τότε αστική τάξη. Όσο για την ταξική σύνθεση της μπάντας της Φιλαρμονικής, τα πράγματα δεν φαίνεται να είναι και πολύ … αρχοντικά. Εκτός αυτών, σημαντικό ζήτημα αποτελεί και η αποχώρηση ιδρυτικών στελεχών λίγο πριν την τελική πράξη της ίδρυσης.

Το ζήτημα του αρχικού οραματισμού των ιδρυτών και του ίδιου του Μάντζαρου για τη δημιουργία μιας πλήρους μουσικής ακαδημίας και η μετέπειτα εξέλιξη της Παλιάς αποτελούν επίσης ζητήματα προς έρευνα. Άλλο θέμα που αντιμετωπίζεται «ελαφρά τη καρδία» είναι η σχέση της Παλιάς με την ίδρυση της Μαντζάρου. Η κλασική αντίληψη είναι ότι «από την Παλιά αποχώρησαν μουσικοί και ίδρυσαν την Μάντζαρο».
Η έρευνα των τελευταίων χρόνων δείχνει ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι. Οι διεργασίες για την δημιουργία της Μαντζάρου κινούνταν (οργανωτικά τουλάχιστον) ανεξάρτητα από την οποιανδήποτε κρίση στη Παλιά και η αποχώρηση των μουσικών ενδεχόμενα επιτάχυνε (και μόνο και αν) την δημιουργία της. Οπωσδήποτε, η δημιουργία της Μαντζάρου έχει βαθύτατα κοινωνικά αίτια και δεν είναι απλά το αποτέλεσμα μιας διάσπασης.

Στην τοπική προφορική παράδοση έχει δημιουργηθεί μία σειρά «δεδομένων» των οποίων η αντίκρουση δημιουργεί αμηχανία, αλλά πρέπει να γίνει για να αποκατασταθεί η ιστορία. Έτσι:

Δεν έχουμε το προνόμιο να διαθέτουμε «το αρχαιότερο μουσικό ίδρυμα στην Ανατολή» όπως μας έλεγαν. Το προνόμιο ανήκει στα υπόλοιπα νησιά και εμείς ακολουθούμε. Δεν είναι κάτι το μεμπτό, αλλά…

Η μπάντα της Παλιάς όχι μόνο δεν πρωτοπαιάνισε τον «Ολυμπιακό Ύμνο» στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα του 1896, αφού δεν ήταν καν στην πρωτεύουσα την ημέρα εκείνη, αλλά και όταν έφτασε εκεί, τρεις μέρες μετά, δεν ήταν «η μόνη κερκυραϊκή μπάντα». Συμμετείχε και η Μάντζαρος και σχεδόν όλες οι Επτανησιακές Φιλαρμονικές. Το περίεργο είναι ότι ενώ η προφορική παράδοση στην Παλιά διέσωσε για έναν αιώνα το γεγονός, στην Μάντζαρο το … εξαφάνισε. Μουσικοί που μετέχουν στο μουσικό σώμα της επί 60 ολόκληρα χρόνια ουδέποτε είχαν ακούσει κάτι τέτοιο. Πως και γιατί κατορθώθηκε αυτό είναι κάτι το ανεξήγητο (μέχρι σήμερα τουλάχιστον).

Επίσης, η μυθολογία που θέλει τους δασκάλους των φιλαρμονικών να προέρχονται από τα «σπλάχνα» των ιδρυμάτων δεν ευσταθεί και τόσο. Κατά τις περιόδους όπου τα ιδρύματα αυτά επέδειξαν τη μεγαλύτερη ακμή τους οι δάσκαλοι στην πλειονότητά τους ήταν άρτια εκπαιδευμένοι επαγγελματίες, αλλά με σπουδές εκτός φιλαρμονικών, τόσο στην Κέρκυρα (π.χ. οι μαθητές του Μάντζαρου), όσο και στο εξωτερικό (κυρίως Ιταλία). Συχνά προσλαμβάνονταν και ξένοι μαέστροι, ενώ μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα οι δάσκαλοι των οργάνων είχαν προσόντα, τα οποία μόλις τα τελευταία χρόνια αρχίζουν δειλά να «επανακάμπτουν» στις φιλαρμονικές.

Εκτός από τα των Φιλαρμονικών, υπάρχει εξίσου μεγάλη παραφιλολογία γύρω από το Δημοτικό Θέατρο. Και εδώ (δυστυχώς για την υφιστάμενη προφορική παράδοση) τα πράγματα δεν είναι έτσι όπως τα «ξέρουμε». Περίοδοι κατά τις οποίες το θέατρο χαρακτηρίζεται ως «κοπρώνας» και μεγάλες περίοδοι κατά τις οποίες δεν λειτουργεί χαρακτηρίζουν την ιστορία του και δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι κατά τα 40 χρόνια από την οικοδόμηση μέχρι την πυρπόλησή του, λειτούργησε λιγότερα από 30. Πολλά στοιχεία για τη λειτουργία του κατά την περίοδο προ των Βαλκανικών Πολέμων καθώς και για την δεκαετία 1930-1940 πρόκειται να δουν το φως της δημοσιότητας σύντομα.

Αυτά τα αποσπασματικά, και όχι αναγκαστικά αντιπροσωπευτικά, παραδείγματα αποδεικνύουν την εφησυχαστική άγνοιά μας για την πραγματική μουσική ιστορία του νησιού μας, στην οποία τόσα επενδύουμε. Δυστυχώς, η ιστορία γράφεται με γεγονότα και όχι με μύθους, γεγονός που βαραίνει ακόμα περισσότερο τη γραφίδα του επίδοξου μουσικόφιλου συγγραφέα.

Γιώργος Ζούμπος
http://bibliokerkyra.blogspot.it/

όπως δημοσιεύτηκε στην εφημ. «ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ», 12-10-2004

 

* * *