Η διαμόρφωση εσωτερικών χώρων μας παραπέμπει σε εικόνες καθημερινού περιβάλλοντος, καταγράφοντας με εντυπωσιακό τρόπο την ιδιαίτερη κοινωνία της πόλης. Διαγράφονται οι διαδρομές των ανθρώπων, το ύφος τους, οι συνήθειες τους και η κοινωνική τους θέση μέσα από οικογενειακά κειμήλια και αντικείμενα ανεκτίμητης αξίας, ζωγραφικούς πίνακες και εικόνες, κλασσικά έπιπλα και σπάνιες εκδόσεις, ζωγραφικές επιφάνειες και γλυπτικό διάκοσμο σε μία ιστορική αναδρομή που φτάνει ακόμα και τα 400 χρόνια πίσω.

Είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς ότι τα αρχοντικά της πόλης ήταν οι χώροι συγκέντρωσης της διανόησης και της τέχνης τους περασμένους αιώνες. Τόσο στα αρχοντικά, όσο και στα μεγαλοαστικά μέγαρα του 19ου αι. αλλά και στις αστικές κατοικίες είναι εμφανής μια διαφορετική αντίληψη για την διακόσμηση, από την υπόλοιπη Ελλάδα, με έντονες δυτικές επιδράσεις.
Σε αντίθεση με την αυστηρότητα και την λιτότητα της εξωτερικής μορφής των κτιρίων, το εσωτερικό τους διατηρεί ακόμη μέχρι σήμερα ένα κλίμα πλούτου και μεγαλοπρέπειας, ενός πολλές φορές βαρυφορτωμένου διακόσμου, που μεταφέρει τον επισκέπτη σε άλλες εποχές. Σε ηπιότερους τόνους το ίδιο συμβαίνει και στις κατοικίες των απλών αστών. Η πλειοψηφία των σπιτιών στην Κέρκυρα διαθέτει έπιπλα κλασσικού στυλ, πολλά δε από αυτά κατασκευασμένα από ντόπιους αξιόλογους τεχνίτες.

Το εσωτερικό μιας αστικής κατοικίας στην πόλη συγκροτούσαν ορισμένοι βασικοί χώροι, που ανάλογα με την κοινωνική θέση και οικονομική κατάσταση των ιδιοκτητών ποικίλουν σε μέγεθος, σε αριθμό (αυτών καθ” εαυτών των χώρων), στη διαρρύθμιση τους, στην διάταξη τους στο χώρο (σε έναν ή περισσότερους ορόφους) και τέλος σε πολυτέλεια και ιστορική αξία.

Αν θα θέλαμε να περιγράψουμε το εσωτερικό μιας κατοικίας στην πόλη θα λέγαμε ότι αυτή αποτελείται από τους κεντρικούς χώρους υποδοχής: την είσοδο, τη λεγόμενη σάλα, (το σαλόνι) στο φωτεινότερο σημείο της κατοικίας και την τραπεζαρία. Οι κεντρικοί χώροι στις κατοικίες ευπόρων οικογενειών συμπληρωνόταν από το απαραίτητο γραφείο (συνήθως με πλούσια βιβλιοθήκη) και ένα δεύτερο μικρότερο σαλόνι.

Ο αριθμός των υπνοδωματίων ποικίλει ανάλογα με τα μέλη της οικογένειας. Το μαγειρείο και οι υγροί χώροι του λουτρού και του αποχωρητηρίου αρχίζουν να εντάσσονται σε συγκεκριμένες θέσεις από τον 19ο αι. στα διαμερίσματα των πολυκατοικιών. Στις μονοκατοικίες το μαγειρείο συνήθως βρισκόταν στο ισόγειο. Στα αρχοντικά και τα μεγαλοαστικά μέγαρα υπάρχουν και οι βοηθητικοί χώροι για το υπηρετικό προσωπικό, την άμαξα και τα άλογα, αποθήκες, επίσης χώροι για το πλύσιμο των ρούχων και κελάρι για τα τρόφιμα και το κρασί. Συνήθως οι περισσότεροι από τους βοηθητικούς χώρους βρίσκονταν στο ισόγειο και μέρος τους στην υποστέγη, τη σοφίτα που στην Κέρκυρα ήταν κατοικήσιμη.

Η επίπλωση ορισμένων βασικών χώρων της κερκυραϊκής κατοικίας:

Η σάλα: με το απαραίτητο τζάκι της ήταν το μεγαλύτερο δωμάτιο της κατοικίας. Βασική επίπλωσή της ένας ή δύο καναπέδες (ανάλογα με την χρονολογία και το στυλ), άνετες πολυθρόνες και στη μέση το απαραίτητο τραπέζι “ροτόντα” χωρίς καρέκλες, όπου πάνω του βρισκόταν κάποιο καλό παλιό κομμάτι, ασημένιο ή πορσελάνινο. Την επίπλωση συμπλήρωναν ένα γωνιαίο έπιπλο με ράφια, μια χαμηλή συνήθως βιτρίνα με ότι πολυτιμότερο υπήρχε στην οικογένεια. Απαραίτητα ακόμη έπιπλα ήταν: το ονομαζόμενο “σκρίνιο” (έπιπλο βενετσιάνικο, με ράφια στο κάτω μέρος και βιτρίνα στο επάνω), ο βενετσιάνικος καθρέπτης πάνω από τη λεγόμενη “γιότσα” (ξύλινο σκαλιστό έπιπλο με πλάτη και δύο κουρμπαριστά πόδια, τα απαραίτητα πορτραίτα της οικογένειας και τις περισσότερες φορές, το πιάνο (στα παλιά και ευρύχωρα σπίτια το πιάνο ήταν με ουρά). Αν η κατοικία δεν διέθετε ξεχωριστό χώρο γραφείου, σε κάποιο σημείο θα υπήρχε και ένα secretaire έπιπλο με συρτάρια μεγαλύτερα στο κάτω μέρος και μικρότερα στο επάνω που χρησιμοποιείται για γραφείο.

Η τραπεζαρία: ανάλογα με το μέγεθος του χώρου είχε το τραπέζι με τις αντίστοιχες καρέκλες του όπου συγκεντρώνονταν ολόκληρη η οικογένεια και οι καλεσμένοι της. Την επίπλωση συμπλήρωναν ο μπουφές και η “servante” (βοηθητικό χαμηλό έπιπλο για το σερβίρισμα με μάρμαρο στο επάνω μέρος.

Η κρεβατοκάμαρα: για το ζευγάρι θα περιείχε ένα διπλό, σιδερένιο συνήθως, κρεβάτι με ουρανό ή χωρίς, απαραίτητα δυο κομοδίνα με κηροπήγια, το “λαβομάνο” (ξύλινο έπιπλο για το πλύσιμο των χεριών), με όλα τα απαραίτητα αντικείμενα: “γαρδίνι”(λεκάνη), “μπρόκα” (κανάτα), σαπουνοθήκη και το “μπουγέλο” (κουβάς για το βρώμικο νερό μετά το πλύσιμο που έμπαινε στο κάτω μέρος. Τέλος, το μεγάλο “αρμάρι” (η ντουλάπα για το κρέμασμα των ρούχων) με καθρέπτη και στο επάνω μέρος μια κεντητή “πελότα” το μαξιλαράκι για τις “σπίλλες” (καρφίτσες).

Όλη όμως αυτή η απαρίθμηση των επίπλων, δεν είναι ικανή να μεταφέρει την αίσθηση που αποπνέει το εσωτερικό των κερκυραϊκών κατοικιών, διαφορετική βέβαια από σπίτι σε σπίτι. Την αίσθηση αυτή, συμπληρώνουν οι μυρωδιές από τα παλιά ξύλα των επίπλων, τα ξύλινα πατώματα που τρίζουν, οι κρυστάλλινοι πολυέλαιοι, τα υπέροχα χαλιά, τα παλιά βελούδα, οι βαριές κουρτίνες, η αίσθηση της πατίνας του χρόνου σε όλα τα αντικείμενα, ακόμη αυτές οι αποχρώσεις των σκούρων χρωμάτων που συνήθιζαν να χρησιμοποιούνται στις επιφάνειες των εσωτερικών τοίχων. Όλα αυτά σφραγίζονται με ένα ξεχωριστό τρόπο από την διαδρομή των μελών της κάθε οικογένειας στο χρόνο.

Στην Κέρκυρα τα παλαιότερα έπιπλα προέρχονται από τη Βενετία, πολλά από την Αγγλία και πολύ λιγότερα από την Γαλλία. Πολλά όμως έχουν κατασκευαστεί από ντόπιους τεχνίτες με μεράκι και αξιοσύνη που αγαπούσαν την τέχνη της κατασκευής επίπλων.

Οι παλιοί μαστόροι αντέγραφαν δημιουργώντας αληθινά καλλιτεχνήματα. Έπιπλα ζηλευτά από μαόνι, παλύσανδρο και έβενο, από ξερές ρίζες ελιάς που όσο περνάει ο χρόνος τόσο πιο όμορφα γίνονται.
Οι Κερκυραίοι τεχνίτες: επιπλοποιοί, σκαλιστές, ταπετσιέρηδες, ταλαντούχοι και αυτοδίδακτοι, χωρίς καθορισμένο ωράριο, χρησιμοποιούσαν γνωστές τεχνικές και ακολουθούσαν “μυστικές συνταγές”, προκειμένου να πετύχουν το περίφημο “κερκυραϊκό λούστρο”. Αυτό το λούστρο λόγω ειδικού μίγματος των υλικών που χρησιμοποιούνται δίνει πραγματικά μια άλλη αίσθηση στο έπιπλο.

Τα στέκια των λιγοστών πλέον παλιών μαστόρων διάσπαρτα στα καντούνια της παλιάς πόλης, δεν είναι απλά μαγαζιά, αλλά εργαστήρια δημιουργίας και χώρος ζωντανής ιστορίας γεμάτα από αραδιασμένα εργαλεία, διάφορα είδη ξύλων, δεκάδες μπουκαλάκια και τενεκεδάκια, γεμάτα σκόνη γόμα, φλούδες κούτσουπο και μαντρεπέρλα, ξύλινα χερούλια και περίεργα “μποκίνια” στόλισμα κλειδαριών.

Αν έχετε χρόνο και ενδιαφέρεστε αναζητήστε τα παλιά αυτά στέκια, συνήθως εκεί θα βρείτε και μια μικρή συλλογή επίπλων προς πώληση. Είναι μια ενδιαφέρουσα εμπειρία.

 

 

πηγή: ΤΕΕ  Κέρκυρας

 

* * *