Προφανώς, όταν φάνηκαν οι πειρατές οι κάτοικοι πήραν ό,τι πολύτιμο είχαν, τραβήχτηκαν σε μια ορεινή τοποθεσία και κρύφτηκαν σε μια απόκρημνη σπηλιά. Οι πειρατές τους ακολούθησαν και προσπάθησαν να μπουν μέσα στο άνοιγμα… όμως ανέβαιναν ένας – ένας και οι κυνηγημένοι τους σκότωναν εύκολα. Οι πειρατές αποφάσισαν να βάλουν βαρέλια με μπαρούτι στα βράχια και να τινάξουν τη σπηλιά στον αέρα. Έτσι και έγινε! Σήμερα, η περιοχή βρίσκεται έξω από το Σταυρό και λέγεται Καμένη Γράβα. Τεράστιοι γκρεμισμένοι πέτρινοι όγκοι μαρτυρούν το θλιβερό γεγονός. Αυτό προφανώς ήταν και το γεγονός που έκανε τους κατοίκους του πρώτου χωριού να τραβηχτούν και να κατοικήσουν επάνω, στις ψηλές περιοχές.

Οι πλούσιοι, έκτισαν νέα γερά κάστρα – σπίτια, έχτισαν νέα λιοτρίβια, πολλά υποστατικά και αποθήκες. Γύρω από τα κάστρα – σπίτια, τα καστρόσπιτα, οι φτωχότεροι νοικοκυραίοι έκτισαν με τη σειρά τους πέτρινα σπίτια με κατώγια και ανώγια. Νέες μάντρες με ξερολιθιές έζωσαν τον τόπο. Τώρα, εκτός από ελιές, φύτεψαν και αμυγδαλιές και συκιές και κυρίως, κυπαρίσσια για να έχουν την απαραίτητη ξυλεία για να φτιάχνουν δοκάρια, πατώματα και οροφές. Αν παρατηρήσουμε τον οικισμό Kομιανάτα, θα δούμε ότι σε έναν πολύ μικρό και στενό χώρο, κτίστηκαν πολλά σπίτια, το ένα δίπλα στο άλλο, όλα γύρω από κάποια άλλα μεγαλύτερα. Οι παλιοί κάτοικοι λένε ότι τα σπίτια αυτά επικοινωνούσαν μεταξύ τους με πόρτες και ανοίγματα. Λέγεται ότι από εκεί ειδοποιούνταν ή διέφευγαν οι κάτοικοι όταν κινδύνευαν.

H πάνω ορεινή περιοχή από όπου κτίστηκε το νέο χωριό, και δεξιά προς το νότο, ως τον Παντοκράτορα, ονομαζόταν «Το βουνό της Μάρως». Στην κορυφή αυτού του βουνού, λέγεται ότι υπήρχε ένα εκκλησάκι αφιερωμένο στον άγιο Eδουάρδο (Σανδουάρδο). Εκεί ήταν και το παρατηρητήριο του χωριού. Από εκεί παρατηρούσαν τη θάλασσα.
Ταυτόχρονα, ο τόπος λειτουργούσε και ως σημείο εκτέλεσης των πειρατών που συλλαμβάνονταν. Θανατώνονταν μάλιστα με σταύρωση. Γι’ αυτό λέγεται ότι όταν εμφανιζόταν καράβι στο θαλασσινό ορίζοντα, ύψωναν στην κορυφή ένα σταυρό. Οι κάτοικοι έβλεπαν το σταυρό και λάβαιναν τα μέτρα τους… Ταυτόχρονα όμως και οι πειρατές έβλεπαν το σταυρό και καταλάβαιναν ότι τους περίμενε μαρτυρικός θάνατος.
Σ’ αυτό το γεγονός λέγεται ότι χρωστά την ονομασία του το σημερινό χωριό, ο Σταυρός.

Γιορτάζοντας τον Αϊ Γιάννη στο Σταυρό Κέρκυρας

 Οι φωτιές (Λαμπατίνες) του Aι Γιάννη, του Ριγανά, τα φροκάλια και το «αμίλητο νερό»… Τελούνται το Σάββατο 23 Ιουνίου προς Κυριακή 24 Ιουνίου

Σε όλη την Ελλάδα, στη γιορτή του Αι Γιάννη ανάβουν φωτιές, πηδάνε πάνω από αυτές και αναβιώνουν μια πανάρχαια ιεροτελεστία.
Σε κάποια μέρη ανάβουν απλώς φωτιές για το καλό… Σε κάποια άλλα συναγωνίζονται για το ποιός θα ανάψει το μεγαλύτερο φανό… Και σε κάποια άλλα, καίνε τα Μαγιάτικα στεφάνια.

Σε όλη την Κέρκυρα, αυτό το βράδυ, καίνε την παλιά ρίγανη… γιατί έτσι και αλλιώς θα πρέπει ευθύς αμέσως να αρχίσουν να μαζεύουν την καινούργια. Γι’ αυτό και ο Aι Γιάννης, λέγεται και «ριγανάς» ! Φυσικά αυτό γίνεται και στο χωριό «Σταυρός» του Δήμου Αχιλλείων. Μόνο που μαζί με τι παλιά ρίγανη, οι Σταυριώτες καίνε και τα Mαγιάτικα στεφάνια, αλλά και τα λεγόμενα «φροκάλια». Τα «φρόκαλα», ή, «φροκάλια» είναι σκούπες φτιαγμένες από θρουμπί – θυμάρι ή κάποιο άλλο σκληρό θαμνώδες φυτό.
Μία από της ιδιαίτερες συνήθειες του τόπου είναι ότι οι νοικοκυρές φτιάχνουν μικρά «φρόκαλα», τα τυλίγουν με δίκτυ και τα κρεμούν πίσω από την πόρτα του σπιτιού τους.
Το φρόκαλο «σκουπίζει» – «καθαρίζει» καθετί αρνητικό… και στο δίκτυ «πιάνετε» το κακό μάτι! Το βράδυ λοιπόν, του Aι Γιαννιού του Pιγανά, ανάβουν, μπροστά στο σπίτι τους, τρεις φωτιές, καίνε τα «φροκάλια» με ότι «κακό» είναι πιασμένο επάνω τους, και πηδάνε τρις φορές τη φωτιά λέγοντας κάποια ξόρκια…
To πιο απλό ξόρκι είναι το… «να φύγει ο κακός ο χρόνος και να έρθει ο νέος ο καλός»!
Γνωρίζοντας ότι το φως του Ήλιου αρχίζει να λιγοστεύει, αυτό, το εκλαμβάνουν σαν την αρχή μιας νέας χρονικής περιόδου!

Επίσης, την ίδια βραδιά τα ανύπαντρα κορίτσια του χωριού θα πρέπει να πάνε στην πιο παλιά βρύση αμίλητα να πάρουν νερό στο σταμνί τους (ή να πιούν) και αμίλητα να επιστρέψουν σπίτι τους. Το βράδυ θα δουν στον ύπνο τους αυτόν που θα παντρευτούν.
Σε μία άλλη εκδοχή πηγαίνουν αμίλητα σε ένα παλιό ανοικτό πηγάδι και ρίχνουν μέσα τον «σύσκλο» (κουβά – δοχείο) για να πάρουν το «αμίλητο νερό». Tο πηγάδι θα πρέπει να είναι ανοικτό, γιατί, θα πρέπει να καθρεπτίζεται μέσα, στην επιφάνια του νερού, το φως του φεγγαριού.
Στο κυματισμό, που προκαλείται με το ρίξιμο του «σύσκλου», διαθλάται η εικόνα της Σελήνης και τότε, μέσα από το κομμάτιασμα της, ξεπροβάλλει η μορφή του παλικαριού που θα παντρευτεί την συγκεκριμένη κόρη.

Πηγή : Εκπολιτιστικός Εξωραϊστικός Σύλλογος Σταυρού «Αρίων»

 

* * *