Η ιταλική κατάληψη της Κέρκυρας του 1923 ήταν κάτι που έμεινε για πάντα στο μυαλό του Μουσολίνι. Αναπολούσε μάλιστα εκείνα τα χρόνια, όταν μια πραγματικά αδύναμη Ιταλία έδειχνε αποφασισμένη και κατάφερνε να φέρει σε πέρας τους σκοπούς της. Με το πέρασμα παραπάνω από μιας δεκαετίας και την μετατροπή ενός κράτους σε «αυτοκρατορία», η φασιστική ηγεσία ήταν πεπεισμένη πως μπορούσε να επιβάλλει νόμο και να τρίξει τα δόντια στους γείτονες, σχεδιάζοντας μια μεγάλη Ιταλία, μοναδική υπερδύναμη της περιοχής.

Τα σχέδια της φασιστικής Ιταλίας για την Κέρκυρα είναι μέρος του φασιστικού αλυτρωτισμού, ο οποίος δεν έχει σχέση βέβαια με τη απελευθέρωση μειονοτήτων αλλά θεωρεί την Κέρκυρα προέκταση της Ιταλίας και την Ιταλία συνεχιστή της βενετικής κυριαρχίας.

Επιθυμίες

Ήδη από το 1939 ο Μουσολίνι με τον Τσιάνο φαντασιοκοπούν και πλάθουν σενάρια περί επέμβασης της Ιταλίας στα Βαλκάνια. Άλλοτε υπέρ του αλυτρωτισμού του Κοσόβου κατά της Γιουγκοσλαβίας, άλλοτε υπέρ του αλυτρωτισμού της «Τσαμουριάς» κατά της Ελλάδας, άλλοτε σχεδιάζουν την κατάληψη της Κέρκυρας, ή την κατοχή της Ηπείρου, ή ολόκληρης της Ελλάδας. Πρόκειται για ιδέες και προγράμματα χωρίς ακόμα όμως προγραμματισμό και σοβαρή σχεδίαση.

Visconti-Prasca. Μάλλον ο μεγαλύτερος υπαίτιος της ιταλικής αποτυχίας στην Αλβανία.

Ανησυχία στην ελληνική κυβέρνηση προκαλούν επίσης οι αναφορές του πρεσβευτή Πολίτη από την Ρώμη κατά τον Απρίλιο του 1940, όταν και αυτός αναφέρεται σε ψιθύρους και φήμες περί ιταλικού ενδιαφέροντος κατάληψης της Κέρκυρας. Αλλά ακόμα βρισκόμαστε σε επίπεδο προκλητικής υπεροψίας και αδιαφορίας των καλών τρόπων συμπεριφοράς μεταξύ κρατών, τυπικά χαρακτηριστικά του φασισμού, τίποτε συγκεκριμένο δεν έχει ακόμα αποφασιστεί.

Η ελληνική κυβέρνηση θα πάρει στα σοβαρά τις αναφορές του πρεσβευτή και από τον ίδιο μήνα έθεσε σε εφαρμογή στη Κέρκυρα το  Μέτρον 66 του ΓΕΣ το οποίο περιλάμβανε μυστική επιστράτευση του Ι Τάγματος (το οποίο μετονομάστηκε σε ΙΙΙ μετά τη συμπλήρωση της επιστράτευσης του 10ου Συντάγματος) και στη συνέχεια, με την είσοδο της Ιταλίας στο πόλεμο, επιστρατεύτηκε με ατομικές προσκλήσεις ολόκληρη η εμπόλεμη δύναμη του 10ου Συντάγματος. Επίσης επιστρατεύτηκε μια πυροβολαρχία Ορειβατικού Πυροβολικού των 105 χλστ.

Όνειρα

Το καλοκαίρι του 1940 το τέλος του πολέμου φαίνεται κοντά. Η Γαλλία έχει συνθηκολογήσει και οι ηγέτες του Άξονα περιμένουν από στιγμή σε στιγμή μια σύναψη συνθήκης με την Μ. Βρετανία. Αν και κατά την ξεχωριστή συνθηκολόγηση μεταξύ Γαλλίας και Ιταλίας η τελευταία συμπεριφέρθηκε πραγματικά με ιπποτικό τρόπο, ζητώντας ελάχιστες αποζημιώσεις, στο μυαλό του Μουσολίνι έχει σχηματιστεί μια συγκεκριμένη ιδέα για τη θέση της Ιταλίας στη νέα τάξη πραγμάτων. Θα μας την περιγράψει ο γνωστός μεγαλοβιομήχανος Pirelli (αυτός των ελαστικών) ο οποίος βρίσκονταν τότε στο στενό κύκλο του Μουσολίνι. Έτσι, σύμφωνα με το σημειωματάριο του Pirelli, όταν η Ιταλία θα κάθονταν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων από την πλευρά των νικητών, θα ζητούσε ούτε λίγο ούτε πολύ:

  • Την Κορσική και την Νίκαια
  • τη Μάλτα
  • την ευρύτερη περιοχή της Τύνιδας και ένα τμήμα του Ανατ. Μαρόκου
  • Επιρροή στην Αίγυπτο, Σουδάν, Παλαιστίνη, Συρία, Ανατολική Όχθη, Ιράκ και Άντεν.
  • Την Γαλλική και Αγγλική Σομαλία. Όχι την Κένυα.
  • Επιρροή στην Γιουγκοσλαβία και Ελλάδα. Η Κύπρος στην Ελλάδα με αντάλλαγμα την Κέρκυρα στην Ιταλία και επαναπροσδιορισμός των ελληνοαλβανικών συνόρων.

Ήταν βέβαια όνειρα θερινής νυχτός αλλά καθόλου ασυλλόγιστες σκέψεις, καθώς o Μουσολίνι γνώριζε πως η Μ. Βρετανία δεν θα έβγαινε ναυτικά αποδυναμωμένη ύστερα από μια συνθήκη με τον Άξονα και για να περιορίσει τη δύναμή της η Ιταλία σκόπευε να καταλάβει τις στρατηγικές περιοχές.

Σχέδια

Η πρώτη σοβαρή ιταλική σχεδίαση που περιλάμβανε κατάληψη της Κέρκυρας θα αναπτυχθεί από τον στρατηγό Geloso τον Ιούλιο του 1940 και θα είναι ο πρόδρομος του γνωστότερου EMERGENZA G, του σχεδίου επίθεσης στην Ελλάδα. Πρόβλεπε συνολικά τη χρήση 11 μεραρχιών εκ των οποίων μια θα καταλάμβανε την Κέρκυρα.

Στις 12 Αυγούστου ο Τσιάνο έγραφε στο ημερολόγιό του: «Αν η Τσαμουριά και η Κέρκυρα μας παραχωρηθούν χωρίς αντίσταση, δεν θα υπάρξουν περαιτέρω απαιτήσεις».  Αυτό που δεν μπορούσαν να εξηγήσουν όμως οι Ιταλοί ήταν πως θέτοντας στο ίδιο επίπεδο το θέμα της Τσαμουριάς και της Κέρκυρας, αυτομάτως έπεφτε το προσωπείο των σωτήρων του αλβανικού αλυτρωτισμού, καθώς στην Κέρκυρα δεν υπήρχε αλβανικός πληθυσμός.

Στα πρακτικά της σύσκεψης της 15ης Οκτωβρίου στο Παλάτσο Βενέτσια, με παρόντες τους  Ciano (υπ. Εξωτερικών), Badoglio (Αρχηγό Γενικού Επιτελείου), Soddu (υφυπουργό Αμύνης), Jacomoni (πρέσβη στην Αλβανία), Roatta (Υπαρχηγό Γενικού Επιτελείου) και Visconti Prasca (διοικητή δυνάμεων στην Αλβανία), ο Μουσολίνι θα αρχίσει με αυτά τα λόγια:

«Σκοπός της συνάντησης αυτής είναι να καθοριστεί η μορφή της δράσης – σε γενικά πλαίσια – που αποφάσισα να ξεκινήσω κατά της Ελλάδας. Η δράση αυτή πρέπει, αρχικά, να έχει στόχους θαλάσσιου και χερσαίου χαρακτήρα. Οι εδαφικοί στόχοι πρέπει να μας οδηγήσουν στην κατοχή ολόκληρης της νότιας αλβανικής ακτής, ώστε να μας επιτρέψουν την κατοχή των Ιονίων νήσων Ζακύνθου, Κεφαλονιάς και Κέρκυρας και την κατάκτηση της Θεσσαλονίκης. Όταν θα επιτύχουμε αυτούς τους σκοπούς, θα έχουμε βελτιώσει τις θέσεις μας στη Μεσόγειο ενάντια στην Αγγλία».

Άφιξη του στρατηγού Messe στην Κέρκυρα τον Απρίλη του ’41. Ήταν διοικητής του Ειδικού Σώματος Στρατού που αποτελούνταν από τις μεραρχίες Acqui, Cuneo και μιας ειδικής μεραρχίας Αλπινιστών. Μετά την Ελλάδα θα λάβει την ηγεσία του εκστρατευτικού σώματος στη Ρωσία.

 

Πέντε μέρες αργότερα (20 Οκτωβρίου) το ιταλικό Γενικό Επιτελείο Στρατού (στρατηγός Roatta) ενημερώνει τον Διοικητή των δυνάμεων στην Αλβανία:

«Σας γνωστοποιώ:
1) Οι εχθροπραξίες εναντίον της Ελλάδας θα αρχίσουν, όπως έχει ήδη κανονιστεί, με την κατάληψη της Ηπείρου και την ταυτόχρονη κατάληψη της Κέρκυρας.
[…]
– Η κατάληψη της νήσου Κέρκυρας (της οποίας το ναυτικό και αποβατικό σκέλος έχει ανατεθεί στον ναύαρχο Ομάδας Tur, ενώ το χερσαίο σκέλος  έχει ανατεθεί στον στρατηγό Zaccone, διοικητή της μεραρχίας «Μπάρι») θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τις “ισχύουσες οδηγίες“.

Ο Roatta συνοψίζει σε έγγραφο της γενικές γραμμές του σχεδίου επίθεσης στην Ελλάδα: Επίθεση στην Ήπειρο, ενεργή άμυνα στην περιοχή της Κορυτσάς, κατάληψη της Κέρκυρας. Αμέσως μετά την άφιξη ικανοποιητικών ενισχύσεων προέλαση στην Ήπειρο με προορισμό την Αθήνα, πάνω στους άξονες Άρτα-Λαμία-Τανάγρα και Αγρίνιο-Μεσολόγγι-Αθήνα.

Στις 24 Οκτωβρίου το Γενικό Επιτελείο αποφασίζει πως η κατάληψη της Κέρκυρας υπάγεται στην δυνατότητα απόβασης σε δύο τουλάχιστον σημεία. Παράλληλα αποφασίζεται η αναβολή επ ‘αορίστου της κατάληψης της Κεφαλλονιάς.

Έναρξη επιχειρήσεων

Η κατάληψη της Κέρκυρας θα έπρεπε λοιπόν να πραγματοποιηθεί από την μεραρχία «Μπάρι» την αυγή της 28ης Οκτωβρίου, ταυτόχρονα με την εισβολή στην Ήπειρο από τα αλβανικά σύνορα. Όμως, εκείνες τις μέρες, βλέποντας τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες και την θαλασσοταραχή, αποφασίστηκε η διαχωρισμός των δύο επιχειρήσεων, καθιστώντας την κατάληψη της Κέρκυρας ανεξάρτητη επιχείρηση. Αν δεν επέρχετο κάποια καλυτέρευση του καιρού θα έπρεπε να αναβληθεί για αργότερα. Λίγο πριν την έναρξη της ιταλικής επίθεσης ο Visconti-Prasca τηλεγραφούσε στον Μουσολίνι: «Δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Κατά την νύχτα της 28ης Οκτωβρίου καταρρακτώδης βροχή και άνεμος. Διόγκωση υδατορευμάτων».  Αποφασίζεται η αναβολή της κατάληψης της Κέρκυρας. Στις 29/10 το  Γενικό Επιτελείο ενημερώνει με τηλεγράφημα τον Visconti-Prasca πως «εξαιτίας συνθηκών θαλάσσης  ματαιώνεται η επιχείρηση Κέρκυρα».

Ιταλικό βομβαρδιστικό πάνω από το Καφέ Γυαλί στις 28 Απριλίου 1941. Το σμήνος καλύπτει την ιταλική αεραπόβαση. Διακρίνεται το μισοβυθισμένο «Προύσσα».

 

Από τις πρώτες μόλις στιγμές η ιταλική «προέλαση» αρχίζει να παρουσιάζει τα πρώτα προβλήματα και αντιξοότητες και ο Visconti-Prasca παραπονιέται για ανύπαρκτη συνεργασία μεταξύ των τριών Όπλων. Σαν να μην έφτανε αυτό, το πρωί της 2ας Νοεμβρίου θα φτάσει στην Αλβανία ο αρχηγός του επιτελείου Αεροπορίας Pricolo, ο οποίος παραδίδει στον Visconti-Prasca ιδιόχειρο μήνυμα του Μουσολίνι: «Αγαπητέ Visconti […]είμαι ικανοποιημένος από την πορεία των επιχειρήσεων σε αυτή την πρώτη φάση […] Προς ενίσχυση της διάταξής σας, η μεραρχία «Μπάρι» που έπρεπε να καταλάβει την Κέρκυρα, θα αποβιβαστεί αύριο 1η Νοεμβρίου στον Αυλώνα». Τότε ήταν που ο Visconti-Prasca άρχισε να νιώθει τις πρώτες ανησυχίες: Έδυε η κατάληψη της Κέρκυρας και παράλληλα συνειδητοποιούσε πως δεν υπήρχαν διαθέσιμες εφεδρείες στην Ιταλία. Η μεραρχία «Μπάρι» είχε μειωμένο δυναμικό, ελάχιστο πυροβολικό, χωρίς μεταφορικά μέσα και δεν είχε κατάλληλο εξοπλισμό και προετοιμασία για επιχειρήσεις σε ορεινό έδαφος.  Θα κατατροπωθεί από τις ελληνικές δυνάμεις και από τότε και καθ’όλη τη διάρκεια των επιχειρήσεων θα πάρει από τις άλλες ιταλικές μονάδες το παρατσούκλι «μεραρχία φύγει-φύγει».

28/4/41, ο σμήναρχος Γκράντε μαζί με αξιωματικό των μελανοχιτώνων αποβιβάζεται στην Κέρκυρα

Κατάληψη

Στις 23 Απριλίου υπογράφεται η οριστική συνθηκολόγηση, το κείμενο της οποίας ικανοποιούσε Γερμανούς και Ιταλούς. Σε αυτό το σημείο, θέλοντας να προλάβουν τους Γερμανούς, οι Ιταλοί επαναφέρουν στο προσκήνιο την άμεση κατάληψη της Κέρκυρας. Το ιταλικό ναυτικό αποφασίζει την εφαρμογή του αρχικού σχεδίου του προηγουμένου Οκτωβρίου αλλά το προλαβαίνει η ιταλική αεροπορία: Στις 27 Απριλίου ένα CANT Z.506 Airone του 35ου Σμήνους υπερίπταται της πόλης και ρίχνει σημείωμα καλώντας τη φρουρά να παραδοθεί. Στο σταυρό του φρουρίου υψώνεται λευκή σημαία. Αμέσως μόλις το πληροφορήθηκε, ο στρατηγός Ιλάρι, διοικητής της 4ης Πτέρυγας Μάχης επικοινώνησε με το Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας και αποφασίστηκε η ταχεία κατάληψη της Κέρκυρας από την Αεροπορία.

Η αποστολή ανατέθηκε στον σμήναρχο Γκράντε, διοικητή του 35ου σμήνους με έδρα στο Μπρίντιζι. Ο Γκράντε, ικανός πιλότος που είχε καταφέρει να πλήξει το αγγλικό αεροπλανοφόρο Eagle με βόμβα χωρίς όμως αυτή να εκραγεί, έχαιρε απόλυτης εμπιστοσύνης.
Ύστερα από μια σύντομη σύσκεψη με τον στρατηγό Μπάρμπα, διοικητή βομβαρδιστικών της 4ης Π.Μ. το πρωί της 28ης Απριλίου αναχώρησε με 5 υδροπλάνα. Τον συνόδευαν ένας αξιωματικός των μελανοχιτώνων με 5 οπλίτες, 2 αξιωματικοί του Ναυτικού, 2 αξιωματικοί-μεταφραστές του Στρατού και 2 πολεμικοί ανταποκριτές. Στις 9 το πρωί βρίσκονταν πάνω από το φρούριο, στο οποίο θα δουν έκπληκτοι να κυματίζει η γερμανική σημαία δίπλα στην ελληνική.
Η προσθαλάσσωση έγινε στα Σφαγεία και την κάλυπταν πτήσεις βομβαρδιστικών που πετούσαν σε χαμηλό ύψος, σαν μέτρο πίεσης, ενώ έφταναν αεροπορικώς άλλοι 24 καραμπινιέροι.

Η παράδοση της Κέρκυρας δεν ήταν εύκολη υπόθεση γιατί οι τοπικές αρχές υποστήριζαν πως είχαν παραδοθεί την προηγουμένη στους Γερμανούς. Κατόπιν διαπραγματεύσεων αλλά και απειλών άμεσου βομβαρδισμού και καταστροφής της πόλης, αρχικά θα παραδοθεί η πόλη από τις πολιτικές αρχές και το απόγευμα της ίδιας μέρας ο στρατιωτικός διοικητής Πολύζος θα αποφασίσει πως θα ήταν μάταια μια αντίσταση στο υπόλοιπο νησί.
Μέσα σε δύο μέρες θα καταφτάσει δια θαλάσσης τμήμα της μεραρχίας Acqui ενώ στις 30 του μήνα παρέλαση όπου κυριαρχούσαν βερσαλιέροι και μελανοχίτωνες επιδείκνυε την ιταλική δύναμη στο λαό της Κέρκυρας. Μετά από δύο χρόνια και 5 μήνες θα ξαναπαρελάσουν, αυτή τη φορά σαν αιχμάλωτοι.

Σπύρος Ιωνάς

Πηγές:

Giovanni Cecini, “I generali di Mussolini”
Arrigo Petacco, “La nostra guerra”
Κώστας Δαφνής, “Χρόνια Πολέμου και Κατοχής 1940-1944”
Carlo Mazzaccara & Antonello Biagini “Verbali delle riunioni tenute dal capo di SME, vol. IV”
Alberto Pirelli, “Taccuini 1922/1943”
JP4, mensile di Aeronautica, τεύχος Μαΐου 1979
wikipedia

 

* * *