Λιστόν

­

H προέλευση της ονομασίας «Λιστόν»

listone o (ven.) liston (λεξικό Zanichelli) 1 sm. ven. [sec. XVIII; accr. di lista] Accr. di lista. 2 Ciascuna delle lunghe tavole di legno massello grezzo o prefinito impiegate per la composizione di parquet: listone da incollaggio, a incastro. 3 (st.) Lista nazionale presentata dai [...]

Τα Κερκυραϊκά καφενεία

Τα καφενεία χωρίστηκαν σε δύο τύπους, τα πρώτα ήταν οι τουρκικής προελεύσεως καφενέδες με τους ναργιλέδες και όλα τα σχετικά και απ' την άλλη τα ευρωπαϊκού τύπου (ιταλιάνικα ή βιεννέζικα). Τα δεύτερα που μια τους μορφή αναπτύχθηκε και στην πόλη της Κέρκυρας, στους χώρους τους [...]

ArabicChinese (Simplified)DutchEnglishFrenchGermanGreekItalianJapanesePortugueseRussianSpanish