Το γλωσσάρι που ακολουθεί αφορά την οχυρωματική που αναπτύχθηκε στην Ευρώπη γύρω στον 16ο -17ο αιώνα και που στα ιταλικά πήρε τον όρο “fortificazione alla moderna“. Αυτό το είδος αρχιτεκτονικής τελειοποιήθηκε από τον Γάλλο Vauban και κράτησε μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα, με την εμφάνιση των μοντέρνων πυροβόλων. Οι όροι γεννήθηκαν σχεδόν όλοι στην Ιταλία, για αυτό τον λόγο οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές γλώσσες τους δανείστηκαν, προσαρμόζοντάς τους ή αφήνοντας τους αναλλοίωτους.
Στον ελλαδικό χώρο δείγματα τέτοιας αρχιτεκτονικής βρίσκουμε στην Κέρκυρα και στο Ηράκλειο της Κρήτης.

* *

Magazzino -> αποθήκη. Χώρος φύλαξης εφοδίων και υλικών.

* *

Mantelletto -> ασπίδιο. Ξύλινη κατασκευή, πρόσφερε ατομική προστασία από ελαφρά όπλα, συνήθως κατά την διάνοιξη χαρακωμάτων.

en: mantlet, fr: mantelet, de: pluteus, es: mantelete, pt: mantelet

* *

Merlo – Merlone -> έπαλξη, η καθεμία από τις οδοντωτές προεξοχές που υπάρχουν στην κορυφή ενός τείχους.
To merlone είναι εξέλιξη του merlo και ακολουθεί την εξέλιξη του πυροβολικού, είναι πιο πλατύ και τελειώνει σε καμπύλη.

en: merlon, fr: merlon, de: zinne, es: merlón, pt: merlão

* *

Mezzaluna: ημισέληνος, μήνη. Ανεξάρτητο τριγωνικό έργο έξω από την κύρια οχύρωση και μπροστά από το μεταπύργιο (cortina). Με τα πυρά του κάλυπτε πλευρικά τους προμαχώνες. Σε ορισμένες περιπτώσεις ταυτίζεται με το rivellino αλλά αντίθετα από αυτό, δεν είχε πρόσβαση στην κύρια οχύρωση.

en: demilune, half- moon, fr: demi-lune, de: demi-lune, es: media luna, pt: meia-lua

* *

Mezzo baluardo ή semibastione  -> ημιπρομαχώνας. Μικρός προμαχώνας με ένα μέτωπο και ένα πλευρό.

en: demi-bastion, fr: demi-bastion, de: halbbastion, es: medio baluarte, semibaluarte, pt: meio-baluarte

* *

Mina -> υπόνομος, μίνα. Υπόγεια σήραγγα που έσκαβαν οι επιτιθέμενοι και που έφτανε μέχρι την βάση/θεμέλια των τειχών. Εκεί ανοίγονταν ένας χώρος τον οποίον γέμιζαν με εκρηκτικά και τον ανατίναζαν. Για την εξουδετέρωση τέτοιου είδους απειλών οι αμυνόμενοι κατασκεύαζαν contromine.

en: mine, fr: mine, de: mine, es: mina, pt: mina

* *

Motta -> τεχνητός λοφίσκος με κάστρο. Τεχνητός χωμάτινος λοφίσκος στην κορυφή του οποίου υπήρχε οχυρωμένη κατασκευή. Το χώμα για την κατασκευή του λοφίσκου προέρχονταν από την τάφρο που ανοίγονταν περιμετρικά.

en: motte, fr: motte castrale, de: motte, es: mota, pt: motte

* *

Muro alla Carnot -> Τείχος Καρνώ. Ανεξάρτητο τείχος, λίγα μέτρα από την scarpa, εφοδιασμένο με πολεμίστρες με σκοπό την σάρωση της τάφρου. Σκοπός του ήταν η προστασία των πλευρών της κύριας οχύρωσης από εχθρικά τμήματα που θα έφταναν μέχρι την τάφρο, χάρη στο πλευρικό πυρ που θα εξασφάλιζε.

en: Carnot wall

* *

Oculus -> οπαίο.Τεχνητό στρογγυλό άνοιγμα σε τοίχο για φυσικό φωτισμό.

en: oculus, circular window, fr: oculus, de: opaion, pt: òculo

* *

Οpera a corna, opera a corno -> κερατοειδές έργο. Οχυρωματικό έργο αποτελούμενο από δύο ημιπρομαχώνες ενωμένους από ένα βραχύ μεταπύργιο.

en: hornwork, fr: ouvrage à cornes, de: hornwerk, es: hornabeque, pt: hornaveque, obra corna

* *

Opera a corona -> στεμματοειδές έργο. Σαν το προηγούμενο αλλά πιο ισχυρό, διέθετε 2 ημιπρομαχώνες και έναν προμαχώνα.

en: crownwork, fr: ouvrage à couronne, de: kronwerk, wallkrönung, es: obra coronada, pt: obra coroa, coroada

* *

Οpera avanzata, opera esteriore -> προκεχωρημένο έργο. Εξωτερικό αμυντικό έργο. Τέτοια έργα ήταν οι ημεσέληνοι και οι μηνίσκοι.

en: outwork, fr:ouvrage avancé, de: außenwerk, es: obra exterior, pt: obra exterior

* *

Orecchione: -> ωτίς, λοβός. Προεξέχον τμήμα του προμαχώνα (spalla), ημικυκλικού σχήματος, που κάλυπτε το πυροβολικό της χαμηλής πλατείας. Αν το σχήμα ήταν ορθογωνικό, ονομάζονταν musone.

en: orillon, fr: orillon, de: orillon, es: orejón, pt: orelhão

* *

Palizzata ήpalificata -> δρύφακτο, πασσαλόφραξη. Φράγμα με μυτερούς πάσσαλους τοποθετημένο στις τάφρους, στην controscarpa ή και στο parapetto.

en: palisade, fr: palissade, de: palisade, es: empalizada, pt: paliçada

* *

Parapetto -> στηθαίο, θωράκιο, παραπέτο. Χαμηλός προστατευτικός τοίχος στις υψηλές πλατείεςκαι στην κορυφή των μεταπυργίων. Όταν ήταν λείος, χωρίς οδοντωτές προεξοχές (merli),ονομάζονταν ghirlanda.

en: parapet, fr: parapet, de: brustwehr, es: parapeto, pt: parapeito

* *

Piattaforma ή baluardo piatto -> επίπεδος προμαχώνας. Xωρίς ή με ελαχιστες προεξοχές και αμβλείες γωνίες, ήταν τοποθετημένος στην μέση της cortina. Υποστήριζε τους κύριους προμαχώνες όταν η απόσταση μεταξύ τους ήταν μεγάλη. Υπάρχουν διάφορα είδη τέτοιου έργου:

Piattaforma retta, αρχέγονη και απλή μορφή.

Piattaforma angolare, με δύο πλευρά και μιά προεξοχή.

Piattaforma ritirata, στην βάση της tenaglia, με το μέτωπο προς τον εχθρό.

Piattaforma rovescia, ή a rovescio, ανεστραμμένη με το μέτωπο προς τα πίσω, καλύπτει τα μέτωπα των προμαχώνων.

en: flat bastion, fr: bastion plat, es: baluarte pastel o plano, plataforma, pt: baluarte plano, plataforma

* *

Piazza alta -> υψηλή πλατεία προμαχώνα.

en: high place, fr: place haute, es: plaza alta, pt: praça alta

* *

Piazza bassa -> ανοικτή χαμηλή πλατεία προμαχώνα, στο επίπεδο της τάφρου. Παρείχε πλευρικά και χαμηλά πυρά.

en: low place, lower flank of a bastion, fr: place basse, es: plaza baja, pt: praça baixa

* *

Piazza d’armi  -> ορμητήριο, πλατεία στρατοπέδου. Ανοιχτός χώρος για συγκεντρώσεις, εξορμήσεις και αντεπιθέσεις.

en: place of arms, fr: place d’armes, de: waffenplat, es: plaza de armas, pt: praça de armas

* *

Piazzaforte -> οχυρή θέση, φρούριο. Σύνολο οχυρώσεων που συνήθως προστάτευαν μια πόλη, στην οποία υπήρχε πάντα μόνιμη φρουρά. Προστάτευε όχι μόνο τον περικλειόμενο χώρο αλλά και όλη την γύρω περιοχή.

en: fortified place, fr: place forte, de: befestigte stadt, es: plaza fuerte, pt: praça-forte

* *

Piede di corvo, ή tribolo  -> τρίβολος, εχίνος, κατασκευή με τέσσερα “νύχια”, μέσο αναχαίτισης ιππικού.

 en: caltrop, fr: chausse-trape, de: krähenfuß, es: abrojo, pt: estrepe

* *

piombatoia (caditoia) -> καταχύστρα, ζεματίστρα. Άνοιγμα πάνψ στο τείχος ή σε υψηλό σημείο από το οποίο οι αμυνόμενοι έριχναν πέτρες, βρασμένο νερό ή λάδι, πίσσα.

en: machicolation, fr: mâchicoulis, de: maschikuli, es: matacán, pt: mata-cães

* *

Poligono -> πολύγωνο. To πολύγωνο που σχηματίζεται ενώνοντας τις αιχμές των προμαχώνων ΑBCDE.

  • Angolo esterno del poligono (exterior angle of the polygon) -> εξωτερική γωνία του πολύγωνου. Η γωνία που σχηματίζεται από τις πλευρές του πολύγωνου (1, 2, 3 κλπ)
  • Angolo interiore del poligono (interior angle og the polygon) -> εσωτερική γωνία πολύγωνου. Η γωνία (f, g) που σχηματίζεται από διαδοχικές ακτίνες(AH, BH).

    en: polygon, fr: polygone, de: polygon, es: polígono, pt: polígono

    * *

    Polveriera -> πυριτιδαποθήκη. Κατασκευή όπου φυλάγονταν η πυρίτιδα, το μπαρούτι. Συνήθως η κατασκευή ήταν ενισχυμένη, οχυρωμένη και προφυλαγμένη με ανάχωμα ή και μισοθαμμένη. Βρίσκονταν σε απομονωμένη θέση, σε απόσταση από τα άλλα κτίρια και συχνά περιβάλλονταν από προστατευτικό τείχο.

    en: gunpowder, fr: magazine poudrière, magasin a poudre, de: pulvermagazin, es: polvorín, almacén, pt: de pólvora paiol

    * *

    Ponte levatoio -> κινητή γέφυρα φρούριου.

    en: drawbridge, fr: pont-levis, de: zugbrücke, es: puente levadizo, pt: ponte levadiça

    * *

    Porporella -> τεχνητός μώλος σε παράκτια φρούρια και λιμάνια. Χρησίμευε και σαν έργο παρεμπόδισης διεύλευσης πλοίων.

    * *

    Porta -> πύλη φρουρίου, πύλη τείχους. Συνήθως ήταν ισχυρά προστατευμένη από εσωτερικά και εξωτερικά έργα.

    * *

    Porta di sortita -> πύλη εξόδων. Μικρή πύλη κοντά σε ορμητήρια για την διεξαγωγή εφόδων και αντεπιθέσεων.

    en: sally port, fr: port de sortie, de: ausfalltor, es: porta de surtida

    * *

    Postierla -> ορσοθύρα, πυλίδα, παραπόρτι. Δευτερεύουσα πύλη συγκοινωνίας μεταξύ τάφρου και εσωτερικού των οχυρώσεων

    en: postern, fr: poterne, de: schlupftür, es: poterna, pt: poterna, porta do ladrão

    * *

 Punta del bastione -> αιχμή προμαχώνα

* *

Rampa -> ανωφερής κλίμακα, ράμπα, κεκλιμμένο επίπεδο. Κατασκευή για την μετατόπιση βαρέων υλικών, πχ πυροβολικό, σε άλλο επίπεδο.

en: ramp, fr: rampe, es: rampa, pt: rampa

* *

Ramparo -> πρόχωμα, χωμάτινη επίστρωση από την τάφρο έως τα τείχη. Εκτός από το εξωτερικό υπήρχε και στο εσωτερικό των φρουρίων για την προστασία των κτισμάτων από βολές πυροβολικού.

en: rampart, fr: rempart, de: ringmauer, pt: reparo

* *

Ridotto -> προπύργιο, ανεξάρτητο κλειστό οχυρωματικό έργο δευτερεύουσας σημασίας. Πολλές φορές βρίσκονταν στο εσωτερικό άλλου έργου, πχ του rivellino. Λόγω της περιορισμένης δύναμης πυρός του δεν βρίσκονταν ποτέ απομονωμένο αλλά πάντα κοντά σε άλλα.

en: redoubt, fr: redoute, de: redoute, es: reducto, pt: reduto, baluarte destacado

* *

Riservetta -> μικρή αποθήκη πυρομαχικών. Βρίσκονταν κοντά στις θέσεις του πυροβολικού για γρήγορο ανεφοδιασμό. Συνήθως ήταν θαμμένες, χωρίς παράθυρα, εφοδιασμένες με φεγγίτη για την εισαγωγή αέρα.

* *

Rivellino, ravellino -> προμεσοτοίχισμα, ριβελίνο. Ανεξάρτητη σφηνοειδής κατασκευή συνήθως μπροστά από την πύλη μιας μεγαλύτερης οχύρωσης, της πρόσφερε προστασία κα κάλυψη. Επίσης το συναντάμε και μπροστά από τα μεταπύργια (cortina). Ήταν πολύ έργο διαδεδομένο στην μοντέρνα οχυρωματική και ο όρος αγκάλιασε όλες τις κατασκευές αυτού του είδους. Συχνά ταυτίζεται με τοην ημισέληνο (mezzaluna).Δεν πρόσφερε κάλυψη στους επιτιθέμενους.

en: ravelin, fr: ravelin, de: ravelin, wallschild, es: revellín, esperonte, pt: revelim

* *

Rondella, torrione -> κυκλικός προμαχώνας. Kυλινδρικός πύργος, πρόδρομος των μοντέρνων προμαχώνων, πρωτοεμφανίστηκε στους φεουδαρχικούς πύργους της Γερμανίας. Το μεγαλύτερο μειονέκτημα τους ήταν ότι δημιουργούσαν τυφλά σημεία και επέτρεπαν την κάλυψη των επιτιθέμενων. Η ονομασία rondella ή torrione εξαρτάται από την σχέση διάμετρου/ύψους. Αν υπερίσχύει η πρώτη, ονομάζεται rondella. Αν αντίθετα, υπερισχύει το ύψος, τότε η κατασκευή ονομάζεται torrione.

de: rondell, pt: cubelo

* *

Saliente  -> Εξέχουσα γωνία. Αμυντική διάταξη, τα μέτωπα της οποίας σχηματίζουν προεξοχή προς το μέρος του εχθρού. Η γωνία που σχηματίζεται λέγεται angolo del saliente.

en: salient, fr: saillant, de: saillant, es: saliente, pt: saliente

* *

Saracinesca -> δικτυωτή ανασυρόμενη πόρτα.

portcullis, fr: herse, de: portcullis, fallgatter, es: rastrillo, pt: grade levadiça

* *

Scarpa, scarpatura -> κρημνός, σκάρπα. Η κεκλιμένη εξωτερική όψη του τείχους πίσω από την τάφρο, η διεύρυνση των τειχών στο κατώτερο σημείο. Στην απέναντι πλευρά της τάφρου αντίστοιχο έργο ήταν η controscarpa.

en: scarp, fr: escarpe, de: eskarpe, es: escarpa, alambor, pt: escarpa

* *

Semigola del bastione -> ημιαυχαίνας του προμαχώνα. Η νοητή γραμμή που αποτελεί προέκταση του μεταπυργίου (cortina) μέχρι εκεί που συναντά την διχοτόμο γωνία των δύο μεταπυργίων (βλ. capitale).

en: demi-gorge, fr: demi-gorge, de: demigorge, es: demi-gorge, semigola, pt: demigolla

* *

Spalla -> ράχηώμος, τμήμα του πλευρού του προμαχώνα που υποχωρεί προς το εσωτερικό και καλύπτει τις πλατείες. Μπορούσε να ήταν ημικυκλικό ή ορθογωνικό.

 en: shoulder, fr: epaulement, de: schulter, es: espalda

* *

Spalto -> πρανές. Aνάχωμα στραμμένο προς το εξωτερικό της οχύρωσης. Ξεκινά από το παραπέτο της controscarpa και χαμηλώνει σταδιακά. Πρόσφερε προστασία στους αμυνόμενους ενώ αντίθετε έκθετε τους επιτιθέμενους.

en: glacis, fr: glacis, de: glacis, es: glasis, glacis, pt: glacis, declive

* *

Spianata -> ίσιωμα, χώρος ισοπεδωμένος και ελεύθερος από εμπόδια, μπροστά από μια οχύρωση. Χρησίμευε για έγκαιρη προειδοποίηση και προπαντός για να μην προσφέρει καμία κάλυψη στους επιτιθέμενους.

en: esplanade, fr: esplanade, de: esplanade, es: explanada, pt: esplanada

* *

Spigolo -> κόψη. Η γωνία που σχηματίζεται στο ανάχωμα (spalto), στα σημεία των αντίστοιχων εξέχοντων γωνιών.

* *

Strada coperta -> περιτάφρια καλυμμένη οδός. Προφυλαγμένη περιμετρική διάβαση πάνω από την controscarpa, Πίσω από το το χείλος του glacis. Πρόσφερε προστασία από τα πυρά των επιτιθέμενων και χρησίμευε σαν ορμητήριο.

en: covered way, fr: chemin couvert, de: gedeckter weg, es: camino cubierto, pt: caminho coberto, estrada coberta

* *

Tenaglia -> λαβίδα, ψαλίδα. Χαμηλό προωθημένο οχυρωματικό έργο σε σχήμα ανοικτής ψαλίδας. Συνήθως βρίσκονταν μεταξύ των πλευρών δύο προμαχώνων και μπροστά από την cortina. Αν και πρόσφερε διάφορα πλεονεκτήματα, το κυριότερο μειονέκτημα που είχε ήταν ότι διέκοπτε την γραμμή πυρός των πλευρών των προμαχώνων και πρόσφερε κάποια προστασία στους επιτιθέμενους. Υπήρχε απλή και διπλή ψαλίδα (φωτο).

Diagrams of a tenaille, a tenaille augmented with a straight face (un pan coupé), and a bonnet or priests cap (with two tenailles) outside a ravelin.

en: tenaille, fr: tenaille, de: tenaille, es: tenaza, pt: tenalha

* *

Terrapieno, terraglio -> ισόπεδο, επίπεδο, επιχωμάτωση. Συσσωρευμένο ισοπεδωμένο χώμα, η «γέμιση» του προμαχωνικού οχυρού.

en: terreplein, fr: terre-plein, de: wallgang, es: terraplén, pt: terraplano

* *

Tiro fiancheggiante, fiancheggiamento -> Πυρ πλευροκόπησης. Πλευρικές βολές από διάφορα αμυντικά έργα που έβρισκαν τους επιτεθέμενους εκτεθειμένους και απροστάτευτους.

* *

Tiro ficcante ή piombante (plunging fire) -> απευθείας βολή από τις ψηλές πλατείες και επάλξεις, υπό γωνία. Η βολή που δεν έβρισκε τον στόχο, δύσκολα θα μπορούσε να βρει άλλον.

* *

Tiro radente (grazing fire) -> Θεριστική οριζόντια βολή, βολή ξυστά στο έδαφος. Ευθύγραμμη βολή που πραγματοποιείται με τροχιά παράλληλη στο έδαφος από χαμηλό επίπεδο. Εκτός από τον κύριο στόχο υπήρχαν πιθανότητες να χτυπηθεί άλλος στόχος, πιο πίσω, στην τροχιά της βολής.

* *

Tiro a rimbalzo (tir a ricochet) -> Βολή με αναπήδηση, έμμεση βολή. Αυτή η τεχνική χρησιμοποιούνταν και στην ξηρά και στην θάλασσα. Στις ναυμαχίες η βολή εκτελούνταν με πολύ χαμηλή γωνία και η μπάλα αναπηδούσε στημ επιφάνεια σαν τα πλατιά βότσαλα. Ήταν βολές κατά των ισάλων των πλοίων.

Η ίδια τεχνική εφαρμόζονταν και στα χερσαία πεδία μάχης εναντίον του πεζικού. Αλλά και οι επιτεθέμενοι χρησιμοποιούσαν αυτήν την τεχνική εναντίον της άμυνας των προμαχώνων. Γεμίζοντας τα κανόνια με λιγότερη πυρίτιδα, εκτελούσαν βολές στο τείχος, όπου η μπάλα του κανονιού δεν το τρυπούσε αλλά αναπηδούσε, άλλαζε γωνία και χτυπούσε κρυμμένες κανονιοθυρίδες.

Επίσης, τέτοιες βολές εκτελούνταν και στην κορυφή του προμαχώνα Πάντα με περιορισμένη ποσότητα πυρίτιδας, η μπάλα έφτανε ίσα-ίσα στην κορυφή του προμαχώνα χωρίς να τον ξεπεράσει και άρχιζε να αναπηδά καταστρέφοντας ό,τι εβρισκε μπροστά της (κίτρινο). Αυτές οι βολές ρίχνονταν από τις παραλλήλους. Για προστασία οι αμυνόμενοι σήκωναν εγκάρσια διαχώματα. H συγκεκριμένη τεχνική εξουδετέρωσης των εχθρικών προμαχώνων εφευρέθηκε από τον Γάλλο Vauban.

* * *

Torre costiera -> παράκτιος πύργος. Οχυρή κατασκευή κοντά στις ακτές για έγκαιρη προειδοποίηση και αντιμετώπιση εχθρικών απόπειρων απόβασης.

* *

Traversa -> διάχωμα. Χωμάτινη ή χτιστή κατασκευή, απομονωμένη από τα άλλα οχυρωματικά έργα με κατεύθυνση εγκάρσια προς τα εχθρικά πυρά. Προφύλαγε από τα πλευρικά πυρά και περιόριζε την αποτελεσματικότητα των εκρήξεων.

en: traverse, fr: traverse, de: traverse, es: travesa, pt: travessa

* *

Trincea d’ approccio -> χαράκωμα προσέγγισης. Τεθλασμένη γραμμή χαρακωμάτων για την σταδιακή προσέγγιση των εχθρικών οχυρώσεων. Ήταν ο προδρομος της τεχνικής των παραλλήλων του Vauban.

* *

Trincee parallele -> Σύστημα των παράλληλων χαρακωμάτων. Ο επινοητής του ήταν ο Γάλλος Vauban. Απαιτούσε την δημιουργία τριών περιμετρικών χαρακωμάτων σε διαφορετικές αποστάσεις από τις οχυρώσεις του εχθρού, ενωμένα μεταξύ τους με άλλα χαρακώματα συγκοινωνίας.
Σταδιακά οι επιτιθέμενοι έφταναν μέχρι την καλυμμένη οδό, όπου και έκαναν την προετοιμασία για την τελική έφοδο. Το σύστημα κράτησε μέχρι τον 19ο αιώνα.

en: trench parallels, fr: tranchées parallèles, es: trincheras paralelas, pt: trincheiras paralelas

* *

Zoccolo -> υπόβαθρο. Το κατώτατο σημείο του τείχους, η βάση του τείχους. Είχε μεγαλύτερο πλατος από το τείχος και θεωρείται ο αρχέγονος του κρημνού (scarpa).

en: socle, fr: socle

* *

 

* * *

ΜΕΡΟΣ Α’ (A-L)